Sunday, December 30, 2018

"Μεγάλοι" και μικρόψυχοι.

Εγώ προσωπικά δεν καταλαβαίνω καθόλου τους "μεγάλους" καλλιτέχνες, επιστήμονες, φιλοσόφους, πολιτικούς και στρατηλάτες που "μεγαλούργησαν", αγνοώντας τα παιδιά τους και τους δικούς τους.
Δεν βρίσκω κανένα νόημα στην μεγαλουργία που αγνοεί πρωτογενείς δεσμούς όπως με παιδιά, αδέρφια και φίλους. Τα επιτεύγματα που βασίζονται στη σκληρότητα, την αναπαράγουν.
Δεν μπορώ να διαχωρίσω το έργο από τον άνθρωπο. Η ανθρωπιά είναι κάτι που για μένα μετράει. Καλά τα "μεγάλα έργα", αλλά χωρίς αγάπη μεγαλώνουν την απόσταση που μας χωρίζει από το μεγαλείο, αντί να τη γεφυρώνουν.
Δεν θέλω να υποτιμήσω την αξία του μεγαλείου και να τη ρίξω χαμηλά, για να βαπτιστεί την αγάπη. Ούτε όμως δέχομαι να αγνοήσω την παράμετρό της στην τελική αξιολόγηση του μεγαλείου.

Τους "μεγάλους" που ήταν μικρόψυχοι, δεν τους εκτιμώ. Τα έργα τους είναι "μικρά". Ένα ασκημένο μάτι μπορεί να διακρίνει  τη μικρότητα, πίσω από την επίφαση του μεγαλείου τους.

Post-Christmas thoughts


1. There have been Christmas in my life when I was feeling alone. Not any more. I wish all the lonely souls to find the way for their connection too.

2. Christmas itself it's not a religious feast any more, for most of us, but a triggering event to meet us out of the everyday stress. It's a chance to connect ourselves just for the pleasure of our company, without any speculative approach.

3. The spirit of our transcendent unity is present, even if it's not commanded by a church.

4. Humans can transform their religious ceremonies to interpersonal rituals, keeping just the spirit of the transcendence and getting rid of any other element that doesn't respond to their true beliefs. (We don't have to pretend that we are Christians to enjoy our "own Christmas".)

5. This socialization of Christmas doesn't mean the capitalization of it. Too much consumption, too many unnecessary "gifts", too much food on the table, devalue the value of the gifts and of the food.

6. Keep fasting before Christmas, to give value to the food. Don't go shopping every day, to give value to the gifts.

7. It's good to sing and dance all together!

Friday, November 30, 2018

Το εγκώμιο της ήττας

Αντί για «ουαί τοις ηττημένοις» (αλλοίμονο στους χαμένους) εγώ λέω να μπλέξω το εγκώμιο της ήττας, που πολύ με ευλόγησε με τα ελέη της.

Κατ’ αρχήν, η ήττα με εξανθρώπισε, διότι τρώγοντας τα μούτρα μου (πολλάκις), έκοψα τα πολλά «ουάου» και «ποιος είμαι εγώ». Μαζεύτηκα, κοίταξα γύρω μου κι ένιωσα τα ζόρια των συνανθρώπων μου. Η ήττα καλλιέργησε την ενσυναίσθησή μου, που μπορεί και να είχε πάει περίπατο αν πήγαινα καλπάζοντας από νίκη σε νίκη. ‘Ανθρωποι είμαστε, το καβαλάμε. Γι’ αυτό, λέω εγώ, το στραπάτσο είναι άγιο πράμα.

Και μετά, η ήττα μου χάρισε τον έρωτα. Ναι, ναι, τον έρωτα. Όταν είσαι ο «μίστερ γαμάω», δύσκολα να ερωτευτείς. Εννοώ να τη δαγκώσεις και να κολλήσεις για τα καλά με κάποιον/α. Νομίζεις ότι ο κόσμος σου ανήκει και μπορείς να αλωνίζεις ελεύθερα σε κρεβάτια και αγκαλιές. Δείτε τους σταρ του χόλιγουντ, φερ’ ειπείν, πόσο δύσκολα στεριώνουν σε σχέση. Όχι όλοι, αλλά οι περισσότεροι. Παρασύρονται από την υπερδύναμη που νιώθουν και δεν σηκώνουν μύγα στο σπαθί τους. Κόβουν κεφάλια με την πρώτη στραβή. Ενώ αν έχεις φάει στραπάτσο, νερώνεις το κρασί σου και δεν σηκώνεσαι να φύγεις με το παραμικρό. Από το ζόρι της ήττας, πιέζεσαι κι έτσι αναγκάζεσαι να ανοίξεις το εγώ σου. Δεν το παίζεις στρείδι που φυλάει τσιγγούνικα το μαργαριτάρι του, γιατί δεν σε παίρνει. Δεν έχεις μαργαριτάρι, είσαι λούζερ και αγαπάς!

ΥΓ. Εδώ να πούμε ότι οι μορφές (κάθε είδους μορφές  - από τον έρωτα μέχρι τις βίδες) δημιουργούνται εκεί που η ενέργεια συναντάει αντίσταση. Όταν σκοντάφτει στην αντίσταση της ύλης και αναγκάζεται να τη σμιλέψει. Εκεί που κωλώνει, εκεί δημιουργεί. Αλλιώς, ταξιδεύει στο άπειρο, χωρίς να γεννάει τίποτε παρά δύο μηδενικά κολλημένα μεταξύ τους (το σύμβολο του άπειρου... και του κενού)

Wednesday, November 28, 2018

Για την παγκόσμια διακυβέρνηση που συμβαίνει ήδη.

Ταξιδεύοντας υπερατλαντικά, ανάμεσα σε μεγάλα αεροδρόμια που διακινούν πλήθη από όλον τον πλανήτη προς πάσα κατεύθυνση, έπιασα τον εαυτό μου να εκπλήσσεται με  όλον αυτόν τον κόσμο που ακολουθεί πειθαρχημένα οδηγίες και συντονίζεται μέσα από κοινά αποδεχτούς κανόνες.
Επιβάτες, ιπτάμενοι, υπάλληλοι εδάφους, υπηρεσίες ασφαλείας, καταστηματάρχες, υπάλληλοι και χίλιοι δυο τύποι ανθρώπων με διάφορες ιδιότητες και διαφορετικές εθνικότητες κινούνται οργανωμένα, με τρόπο που θαυμάζεις το ανθρώπινο είδος. Μιλάμε για μιλιούνια ανθρώπων, σαν μυρμήγκια, που χτίζουν κοινότητες, φτιάχνουν «αποικίες» και εξαπλώνουν δίκτυα, καταλαμβάνοντας όλη τη γη.

Αν προσέξουμε τα διάφορα δίκτυα (και όχι μόνο τα αεροπορικά), θα δούμε ότι έχει δημιουργηθεί ένας ιστός αλληλοσυνδέσεων, που συντονίζει και συνέχει τους ανθρώπους σε κάθε γωνιά της γης.
Δίκτυα διεπιστημονικά, διαπολιτισμικά, αθλητικά, διακρατικά, διατραπεζικά, χρηματιστηριακά, ενεργειακά, εμπορικά, μεταφορών, κατασκευών, κλπ. επιβάλλουν έναν κοινό τόπο και τρόπο, ξεπερνώντας εθνικισμούς και τοπικισμούς. Στην πράξη, διαμορφώνουν σιωπηλά μια παγκόσμια διακυβέρνηση, που ρυθμίζεται σχεδόν αυτόματα, ακολουθώντας τις πρακτικές αναγκαιότητες λειτουργίας αυτών των δικτύων.

Το κύριο χαρακτηριστικό αυτής της σιωπηλής παγκόσμιας διακυβέρνησης είναι η μηχανικότητά της. Δεν υπάρχει κάποια μεγαλόπνοη, ουμανιστική ιδέα να την κατευθύνει. Ορίζεται και κατευθύνεται από πρακτικές και μηχανικές αναγκαιότητες των διασυνδέσεων, ώστε να λειτουργούν ομαλά.  
Όταν συμβαίνουν εμπλοκές, αυτές πρέπει να λυθούν, αλλιώς τα δίκτυα εμφανίζουν σημεία συμφόρησης. Καθώς η συμφόρηση  και η δυσλειτουργία των δικτύων προκαλεί ζημιά την οποία υφίστανται όλοι (καθότι μηχανική), οι περισσότεροι συμφωνούν αναγκαστικά στις ενδεδειγμένες λύσεις, παρακάμπτοντας ιδεολογικές, θρησκευτικές, εθνικές και άλλες διαφορές. Έτσι επιβάλλεται άτυπα μια παγκόσμια διακυβέρνηση.

Το γεγονός ότι η πολιτική εξουσία δεν έχει βρει ακόμη τρόπο να ανταποκριθεί στις αναγκαιότητες αυτής της νέας παγκόσμιας πραγματικότητας και να ιδρύσει ανάλογους παγκόσμιους θεσμούς, κινδυνεύει να την παραμερίσει ως ξεπερασμένη. Οι διάφοροι πολιτικοί φορείς, ανά τον κόσμο, δείχνουν, στις περισσότερες περιπτώσεις, να υστερούν δραματικά απέναντι στις εξελίξεις, που συμβαίνουν πλέον μηχανικά.
(Οι λαϊκιστές που έχουν επικρατήσει πρόσφατα σε διάφορες χώρες, ως αντίδραση στην παγκοσμιότητα, θα σαρωθούν αναγκαστικά από τη ροή των πραγμάτων. Απλά, θα προκαλέσουν εντωμεταξύ ζημία, που θα μπορούσε να αποφευχθεί.)

Το ερώτημα που προκύπτει είναι κατά πόσο χρειάζεται η πολιτική σε αυτή τη φάση ή αρκεί να αφήσουμε τη μηχανικότητα των διασυνδέσεων να ρυθμίσει τα παγκόσμια πράγματα.
Δυστυχώς ή ευτυχώς πολλά ζητήματα της ανθρωπότητας δεν μπορούν να λυθούν μηχανικά. Η οργάνωση των δικτύων είναι μια τεχνική διαδικασία, που μπορεί να φροντίζει το πλέγμα των διασυνδέσεων μηχανικά, αλλά αφήνει απ’ έξω το ζήτημα της ποιότητας όσων διαμείβονται εσωτερικά. Δεν υπεισέρχεται στην αξιολόγησή τους και δεν εξετάζει αν είναι δίκαια ή άδικα, ωφέλιμα ή καταστροφικά για τον άνθρωπο και το περιβάλλον. Ούτε μπορεί να αναλάβει μεγάλα κοινωφελή έργα ή διεπιστημονικά ερευνητικά προγράμματα (όπως το CERN ή η εξερεύνηση του διαστήματος), ούτε να συντονίσει πρωτοβουλίες για τη διεθνή ασφάλεια και ειρήνη ή για την αντιμετώπιση παγκόσμιων προκλήσεων όπως της κλιματικής αλλαγής, του υπερπληθυσμού, της μετανάστευσης, κλπ.

Για όλα αυτά και άλλα πολλά, καλείται η πολιτική να αναλάβει ρόλο. Μόνο που για να τον παίξει σωστά, θα πρέπει να αρθεί στο ύψος των απαιτήσεων της νέας πραγματικότητας. Να λάβει υπόψη την παγκόσμια διακυβέρνηση που συμβαίνει ήδη, να μην την αγνοήσει ούτε να την καταπολεμήσει, αλλά να ηγηθεί αυτής, κινούμενη βάσει της συμπληρωματικότητας
.

 

Tuesday, November 27, 2018

ο ζωτικός τόνος

Μου έχει μπει η ιδέα του «ζωτικού τόνου» από τότε που ξύπνησα από έναν μεσημεριανό μου υπνάκο και ήμουν άκεφος. Τα είχα όλα στη θέση τους, τα όργανα σε πλήρη λειτουργία, ήμουν υγιής και κατά τα άλλα εντάξει, αλλά έλειπε αυτό το κλικ που δίνει στη ζωή τη ζωτικότητά της.  Δεν εννοώ τη χαρά. Αυτή είναι μια πλευρά της ζωής, μια απόχρωση της ζωτικότητας. Εννοώ τη ζωτικότητα καθ’ αυτή, που δίνει ενέργεια σε όλα τα αισθήματα, κι όχι μόνο στη χαρά.  

Έτσι μου ήρθε ιδέα του ζωτικού τόνου, σαν αυτό που δίνει τον τονισμό σε όσα κάνουμε και αισθανόμαστε, ώστε να μην είναι αδιάφορα, άγευστα και ουδέτερα, αλλά να μας ενδιαφέρουν και να μας ενεργοποιούν. Χωρίς αυτόν, έρχεται η κατάθλιψη, η αδιαφορία και η παραίτηση.

Ξύπνησα, λοιπόν, και ήμουν άτονος. Έμεινα έτσι κενός για λίγο, μέχρι να σηκωθώ για καφέ, που έβαλε μπροστά το μηχάνημα και επανήλθε ο τόνος. Ήταν σαν να συνδέθηκαν όλα μεταξύ τους και άρχισε το τράγκα-τρούγκα της ζωής να παίζει πάλι το σκοπό του. Τότε θυμήθηκα τη Δήμητρα που κυκλοφορούσε στο Βερολίνο με τα ακουστικά συνέχεια στο αυτί, να ακούει μουσική. Συνειδητοποίησα ότι αυτό το έκανε γιατί της έδινε τον τόνο!

Έτσι κατάλαβα ότι πολλά που κάνουμε είναι μόνο και μόνο για να μας δίνουν αυτόν τον τόνο. Η μουσική για τη Δήμητρα, ο καφές για μένα, τα χρώματα για την Κατερίνα, οι Τέχνες γενικά, τα ποτά, τα τσιγάρα, οι έρωτες, κλπ.  

Ειδικά, οι Τέχνες έχουν τον «ζωτικό τόνο» σαν κύριο αντικείμενό τους. Δουλεύουν πάνω σε αυτό το αδιόρατο και άυλο στοιχείο, που συστοιχειώνει τα πράγματα που κάνουμε για την επιβίωσή μας, δίνοντας ποιητικότητα, μουσικότητα και τονισμό σε αυτά. Αλλιώς είναι ανυπόφορα βαρετά. Γι αυτό, ακόμη και οι πρωτόγονοι μετέρχονται των Τεχνών για να χρωματίσουν τη ζωή τους, που θα ήταν απελπιστική αν αναλωνόταν μόνο στην επιβίωση.  Άραγε οι καλλιτέχνες έχουν επίγνωση της τονικότητας  που καλούνται να υπηρετήσουν, για να κουρδίσουν τα μέσα τους ανάλογα; 

Tuesday, October 30, 2018

Θα γίνει κι αυτό.

Ακόμη ένας στόχος. Η πρεμιέρα του Night Out, 2018 στη Θεσσαλονίκη. Να πάει καλά, να λειτουργήσει προωθητικά για την ταινία, να οργανώσω τα πρακτικά της διαμονής μας εκεί, να συζητήσω για την επόμενη δουλειά. Ποια δεν έχει σημασία. Μία επόμενη.
Η μία δουλειά διαδέχεται την άλλη, ο ένας στόχος αντικαθιστά τον επόμενο.
Μετά τη Θεσσαλονίκη θα είναι κάποιο σενάριο να τελειώσω, κάποια προθεσμία να προλάβω, κάποιον εκδότη για τα γραπτά μου να βρω, ένα ταξίδι να κάνω, στα γενέθλια των παιδιών να είμαι… τα παιδιά μεγαλώνουν, μεγαλώνω κι εγώ… τρέχοντας πίσω από στόχους, χωρίς να φτάνω ποτέ.
Δεν θέλω άλλους στόχους, ούτε να προσπαθώ για κάτι. Να κάνω κάτι, αλλά να μην προσπαθώ για τίποτα.
Απλά να κάνω αυτά που είναι να κάνω. Θα γίνουν κι αυτά. Να είμαι καλά και θα γίνει και η πρεμιέρα και η επόμενη δουλειά και τα γραπτά κι όλα. Όπως έγιναν όσα ήταν να κάνω, με την ώρα τους.
Στόχοι που ήρθαν και πέρασαν. Τους έβλεπα να γλιστράνε μέσα στην κλεψύδρα του χρόνου μου, και αυτή να αδειάζει. Αντί να νιώσω το κενό, έβαζα τον επόμενο στόχο.
Θέλω να νιώσω το κενό, την κλεψύδρα που αδειάζει, τον χρόνο που φεύγει, για μένα, για όλους που ζούμε μαζί, για τη γυναίκα που αγαπώ, για τα παιδιά μας που μεγαλώνουν.

Όχι άλλο τρέξιμο. Παύση. Ανάσα. Και πάμε πάλι.

Friday, October 26, 2018

Έρωτας από παρεξήγηση

Στις περιπτώσεις που ο έρωτας δεν είναι μόνο υπόθεση εργασίας (που δίνει δουλειά σε τραγουδιστές και μυθιστοριογράφους με τα παθήματά του), αλλά συμβαίνει και στην πράξη, τότε έχουμε το σπάνιο γεγονός δύο άνθρωποι να ερωτεύονται αλλήλους. Είναι σπάνιο διότι προϋποθέτει αμοιβαιότητα και αυτή είναι δύσκολο να συμβεί.
Για να ερωτευθείς κάποιον πρέπει να τον θεωρείς σαν κάτι ανώτερο, κάτι που βάζεις ψηλά και σε κάνει να πηδάς για να το φτάσεις. Αυτό το πήδημα είναι ο έρωτας. Συνήθως είναι πήδημα στο κενό.
Ο άλλος, είτε δεν είναι αυτό το ανώτερο που νομίζεις, είτε σε θεωρεί κατώτερο και αγνοεί το πήδημά σου. Δεν σε παίρνει αγκαλιά ενώ είσαι στον αέρα και έτσι γκρεμοτσακίζεσαι.  Μέχρι να ξανακάνεις το λάθος να υπερεκτιμήσεις κάποιον άλλον και να χοροπηδήσεις για αυτόν.
Η υπερεκτίμηση του άλλου είναι απαραίτητη στο έρωτα, γιατί αλλιώς δεν έχουμε πήδο. Η καρδιά δεν χτυπάει και όλα είναι πεζά. Χρειαζόμαστε όμως καρδιοχτύπημα, ίλιγγο και άλμα στο κενό. Εδώ ακριβώς συνίσταται η εγγενής δυσκολία του έρωτα να συμβεί επιτυχώς στην πράξη και όχι να μείνει στη φαντασία.
Για να αγκαλιαστείς στον αέρα, όπου σε απογειώνει ο έρως, πρέπει και ο άλλος να χοροπηδάει για σένα. Πρέπει να σε υπερεκτιμάει κι αυτός, να σε παρεξηγήσει για κάτι ανώτερό του, ενώ εσύ νιώθεις δέος μπροστά στο μεγαλείο του.  
Ο έρωτας ανάμεσα σε δύο ανθρώπους συμβαίνει συνήθως ως παρεξήγηση. Ερωτεύονται αλλήλους από αμοιβαία υπερεκτίμηση. Όσο σπάνιο είναι δύο άνθρωποι να υπερεκτιμούν ο ένας τον άλλον ταυτόχρονα, τόσο σπάνιος είναι ο αμοιβαίος έρωτας.
Είναι θέμα τύχης να σου κάτσει τέτοια φάση. Γι’ αυτό λένε ότι ο έρωτας είναι τυφλός.
Αξίζει όμως να δοκιμάσεις την τύχη σου και να αυξήσεις τις πιθανότητες να σου συμβεί. Αρκεί να μη φοβάσαι το πήδημα στο κενό. Να το τολμήσεις, και ποιος ξέρει, μπορεί να είσαι τυχερός. Να έχει πηδήξει κατά λάθος και ο άλλος για σένα, να αγκαλιαστείτε στον αέρα και να απογειωθείτε μαζί!

μια ταινία με νόημα, Leave no trace


Δεν βλέπω πια ταινίες παρά σε πολύ ειδικές περιπτώσεις. Ένας από τους λόγους είναι η έλλειψη χρόνου (το γνωστό πρόβλημα). Ευτυχώς που στην τελευταία υπερατλαντική πτήση αναγκάστηκα να δω μερικές για να περάσει η ώρα κι έτσι ανακάλυψα ένα διαμάντι του ανεξάρτητου αμερικάνικου σινεμά (ναι υπάρχει ακόμη). Το "Leave no Trace".
Χαίρομαι που αναγνωρίστηκε από όλους τους Αμερικάνους κριτικούς κι αυτό με κάνει αισιόδοξο ότι τα διαμάντια δεν πάνε χαμένα. Βοηθάει βέβαια να είναι αμερικάνικα, για να τραβάνε την προσοχή.
Δεν διάβασα κάποια κριτική, αλλά θα πω τη δική μου. (Ξεκινάω έτσι την καριέρα μου ως κριτικού με καλά λόγια - για να μη λένε ότι πάσχω από φθόνο όταν θα λέω κακά).
Αυτό που με κέρδισε σε αυτήν την ταινία είναι ότι ήθελε κάτι να δείξει, πέρα από το να επιδείξει μια καλογυρισμένη ιστορία.
Οι καλογυρισμένες ταινίες δεν μου λένε τίποτε αν δεν έχουν κάτι να πουν. Αυτή είχε. Φάνηκε προς το τέλος, στο οποίο σε πήγαινε μεθοδικά. Είναι η στιγμή που η κόρη αρνείται να ακολουθήσει τον πατέρα της, παρόλη την αγάπη που του έχει (και τής έχει). Είναι έτσι μεθοδευμένη η ταινία που αυτή η σκηνή γίνεται αποκαλυπτική. Μιλάει για όλες τις σχέσεις αγάπης που αναγκαζόμαστε να διακόψουμε για να πάρουμε τον δικό μας δρόμο μας, ειδικά όταν ο άλλος έχει πρόβλημα. Μία από τις πιο δυνατές σχέσεις είναι με τους γονείς μας, βέβαια. Αλλά δεν είναι μόνο με αυτούς.
Αυτό που ένιωσα εγώ προσωπικά σαν πατέρας είναι κάτι ξεχωριστό. Όπως ο πρωταγωνιστής μπαμπάς στην ταινία παίρνει τα δάση (γιατί έχει κάποιο πρόβλημα, ο συγκεκριμένος) έτσι κι εγώ μπορεί να βαδίζω σε δάση συμβολικά, με τις ιδεολογικές μου αναζητήσεις, και να τραβάω μαζί τα παιδιά μου, αλλά αυτά δεν έχουν κανένα λόγο να ακολουθούν τις δικές μου διανοητικές (και όχι μόνο) περιπέτειες.
Το ότι η ταινία κατάφερε να αγγίξει το συμβολικό και να ξεπεράσει την απλή ιστορία ενός συγκεκριμένου μπαμπά με πρόβλημα (ως απόμαχου του Ιράκ με σύνδρομο PTSD), είναι αυτό που την κάνει ξεχωριστή. Το κατάφερε με τη λιτότητα και την αφαίρεση που ακολούθησε στην αφήγησή της έτσι που να μένει μόνο η ουσία της ιστορίας.
Καθώς η ουσία πίσω από τις ιστορίες είναι ο συνδετικός ιστός ανάμεσα σε αυτές και σε εμάς (με τις δικές μας ιστορίες, ο καθένας), όταν μια ταινία καταφέρνει να την αναδείξει γίνεται πανανθρώπινη και σημαντική. Αυτή ήταν μια τέτοια ταινία.
ΥΓ. Δυστυχώς οι ταινίες που έχουν κάτι να πουν είναι ελάχιστες. Οι περισσότερες εξαντλούνται σε αφηγηματικές και σκηνοθετικές επιδείξεις, ευφάνταστες και ταλαντούχες μεν, νοηματικά αδιάφορες δε.

Ο κόσμος και ο κόσμος μου

Υπάρχει κάποια απόκλιση ανάμεσα στον κόσμο στον οποίο αναφέρομαι στις σκέψεις μου και στον κόσμο που με ενδιαφέρει στ’ αλήθεια. Στις σκέψεις μου αναφέρομαι στον κόσμο ως κάποιο σύνολο ανθρώπων, το οποίο θεωρητικά με ενδιαφέρει και για αυτό το σκέφτομαι. Στην πραγματικότητα δεν με ενδιαφέρουν παρά ελάχιστοι άνθρωποι. Για τους άλλους δεν «πεθαίνω».
Πέρα από τους κοντινούς μου φίλους και συγγενείς, νοιάζομαι για μερικούς ακόμη, που μπορεί να είναι μακριά, αλλά «μετράνε» για μένα. Αυτοί όλοι μαζί, άντε να είναι καμιά πεντακοσαριά. Με τους άλλους τι ζόρι τραβάω; Από ως πού κι ως πού γενικεύω και μιλάω για αυτούς σαν σύνολο, όταν μού είναι αδιάφοροι (ή και ενοχλητικοί, μερικές φορές);
Νομίζω ότι απλά συνομιλώ με μια ιδέα, που δεν έχει άμεση σχέση με την απτή πραγματικότητα. Μιλάω για τον άνθρωπο αφηρημένα και όχι για τους συγκεκριμένους ανθρώπους. Προφανώς αυτοί έχουν κάποια σχέση με την ιδέα, αλλά δεν ταυτίζονται.
Οι ολοκληρωτικές θεωρίες παρέβλεψαν ή απέκρυψαν αυτή την απόκλιση. Οι συγγραφείς τους διατείνονταν ότι νοιάζονται για όλους τους ανθρώπους, ενώ τους ενδιέφεραν ελάχιστοι. Απέκρυψαν την αδιαφορία ή και την απέχθεια που μπορεί να ένιωθαν για πολλούς. Έτσι μπόρεσε να εισχωρήσει η απέχθεια στα συστήματά τους και να εξοντώσουν τα πλήθη με τέτοια αδιαφορία.
Εγώ θα είμαι πιο προσεκτικός και θα εξοντώσω λιγότερους.

Monday, July 30, 2018

Η διαμόρφωση των απόψεων

Οι απόψεις, οι γνώμες και οι κρίσεις των ανθρώπων παίζουν κομβικό ρόλο στη διαμόρφωση του τοπίου που ζούμε. Διαμορφώνουν το πολιτικό τοπίο, είτε με τη ψήφο τους, στις δημοκρατίες, είτε με συγκατάθεσή τους, στα απολυταρχικά καθεστώτα. Το πολιτισμικό τοπίο, με τα έργα που επιλέγουν, είτε να παράγουν είτε να καταναλώσουν. Το κοινωνικό τοπίο, με τις συμπεριφορές που επαινούν ή καταδικάζουν, τα άτομα που χειροκροτούν ή αγνοούν, τα ήθη που ακολουθούν, τους ιερείς που προσκυνούν, κλπ.
Υπάρχουν πολλά ιστορικά παραδείγματα επικράτησης ολέθριων απόψεων που οδήγησαν σε καταστροφές. Το περίεργο είναι ότι παρόμοιες ανόητες απόψεις κατά καιρούς επανέρχονται, με παραλλαγές ανάλογες με τις εποχές, προκαλώντας νέες καταστροφές, λες και ο άνθρωπος δεν έχει μάθει από την Ιστορία.
Βλέπουμε μια Ευρώπη να δοκιμάζεται από την άνοδο εθνικιστικών, λαϊκίστικων και ακροδεξιών κομμάτων με ξενοφοβικά και ρατσιστικά συνθήματα, λες και δεν έχει πάρει το μάθημά της από το φασιστικά και ναζιστικά προηγούμενά της. Μία Ρωσία να τσαρίζει με τον Πούτιν, μία Τουρκία να σουλτανίζει με τον Ερντογάν και μια Αμερική να τραμπουκίζει με τον Τραμπ, ξανακυλώντας σε αυταρχισμούς του παρελθόντος.
Είναι όντως ο άνθρωπος τόσο ανιστόρητος ή μήπως η πηγή γέννησης αυτών των απόψεων έχει μείνει απαράλλαχτη, με συνέπεια να τις ξαναγεννά;
Μία μελέτη του σύγχρονου ελληνικού κράτους, με τις τέσσερις πτωχεύσεις του από το 1827 μέχρι την πέμπτη που έγινε άτυπα με την χρεοκοπία του 2010, δείχνει να επαναλαμβάνονται τα ίδια ακριβώς μοτίβα. Η μετάθεση των ευθυνών στον ξένους συνέβη συστηματικά όλες τις φορές, με συνέπεια να μη γίνει καμία σοβαρή δουλειά στις δομές του κράτους ώστε να μην επαναληφθεί το φαινόμενο. Η κρίση που συνέβη επί των ημερών μας ήταν μεγάλη δοκιμασία για όσους από εμάς τους Έλληνες βλέπαμε καθαρά την ίδια στρέβλωση να επαναλαμβάνεται, με μαζικές συγκεντρώσεις «αγανακτισμένων» ενάντια στους ξένους. Είδαμε φίλους που θεωρούσαμε νουνεχείς να φανατίζονται με εθνικοαπελευθερωτικά συνθήματα, ενάντια σε κάθε λογική, επιτιθέμενοι σε όσους τολμούσαν να τα αμφισβητούσαν. Χάσαμε φιλίες, δημιουργήσαμε εχθρούς και βρεθήκαμε λίγοι και μόνοι.
Οι λίγοι του «μετώπου λογικής» γίναμε ακόμη λιγότεροι μετά από μια σειρά ζητήματα που ακολούθησαν, με πιο πρόσφατο την ονομασία της Βόρειας Μακεδονίας, όπου είδαμε έκπληκτοι αρκετούς από τους «λογικούς» να συντάσσονται με μικροκομματικές πολιτικές χαϊδέματος του εθνικισμού, επιχειρηματολογώντας μάλιστα υπέρ της αναγκαιότητας τους.
Αυτή η σειρά των γεγονότων που βιώσαμε έντονα το τελευταίο καιρό στην Ελλάδα έθεσε επιτακτικά το ζήτημα των απόψεων. Άρχισε να φαίνεται ότι κάτι πιο βαθύ κρύβεται πίσω από τη διαρκή επαναφορά των στρεβλώσεων, τις οποίες καλούμαστε να αντιμετωπίσουμε σχεδόν καθημερινά, με χίλιες δυο αφορμές.
Με τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, είναι τόσα πολλά τα στραβά, παλαβά και ανάποδα που γράφονται καθημερινά, που κάποια στιγμή δεν γίνεται να τρέχεις πίσω τους. Ήρθε η ώρα να σκεφτούμε σοβαρά τι προκαλεί αρχικά τη στρεβλή νόηση, αντί να κυνηγάμε τα αναρίθμητα αποτελέσματά της. Πιθανόν μια δράση στα αίτια της ανοησίας να είναι πιο αποτελεσματική από τις διαρκείς διορθώσεις της.

Ο χαρακτήρας της ανοησίας των απόψεων
Ας δούμε αρχικά για ποια μορφή ανοησίας, σε ποια κατηγορία νόησης, μιλάμε. Υπάρχουν πολλά ήδη νόησης με τις δικές τους ανοησίες. Υπάρχει η μαθηματική των επιστημόνων και σκακιστών, η πρακτική των κατασκευαστών και εργατών, η καλαισθητική των καλλιτεχνών, η μουσική και μουσικών, κλπ. Δεν μας απασχολούν εδώ αυτές, διότι δεν παίζουν άμεσο ρόλο στη διαμόρφωση του γενικότερου κοινωνικο-πολιτικο-πολιτισμικού τοπίου. Σε αυτό παίζουν ρόλο οι απόψεις, δηλαδή τα προϊόντα της δια-νόησης ευρύτερων θεμάτων, κοινού ενδιαφέροντος. Όχι των περιορισμένων σε ειδικότητες επαγγελματικές. Σε αυτές δεν παίζουν κυρίαρχο ρόλο οι απόψεις, αλλά οι λύσεις συγκεκριμένων προβλημάτων. Εμάς μας απασχολούν οι απόψεις, δηλαδή η νόηση του γενικού.
Αυτές οι κατηγορίες νόησης, η γενική και η ειδική των επιμέρους κατηγοριών, δεν συνδέονται αναγκαστικά μεταξύ τους. Συμβαίνει συχνά ένα έξοχο μαθηματικό μυαλό ή ένας ευφυέστατος μάστορας ή μια μουσική ιδιοφυία να έχουν απόψεις ανόητες για τα κοινά. Το κύριο λοιπόν χαρακτηριστικό της ανοησίας των απόψεων βρίσκεται στην αδυναμία νόησης του γενικού. Αυτήν ακριβώς πρέπει να εξετάσουμε.

Η νοητική εμπλοκή στην περίπτωση των απόψεων
Επειδή όλοι οι διανοητικά υγιείς ενήλικες διαθέτουν νου σε πλήρη λειτουργία, δεν μπορούμε να αποδώσουμε τις όποιες ανοησίες στην έλλειψη εγκεφάλου. Όλοι έχουμε τον ίδιο εγκέφαλο με τις ίδιες ακριβώς δυνατότητες σχηματισμού έλλογων απόψεων, άρα δεν μπορεί να φταίει το εργαλείο.
Ο νους του ανθρώπου είναι φτιαγμένος για να βρίσκει τις αιτίες των γεγονότων και φαινομένων, να τις συστηματοποιεί και να προβλέπει αποτελέσματα βάσει των συστηματοποιήσεων τους. Ανάλογα με τα δεδομένα που έχει, βγάζει συμπεράσματα. Αν του λείπουν δεδομένα, μπορεί να βγάλει ελλιπή συμπεράσματα, αλλά μπορεί να τα διορθώσει στην πορεία, εάν αποκτήσει γνώση των δεδομένων. Αυτή είναι η νοητική διαδικασία που θα έπρεπε να ισχύει για όλους, κανονικά.
Κανονικά όσοι έχουν τα ίδια πάνω κάτω δεδομένα για ένα θέμα, θα έπρεπε να βγάζουν παραπλήσια συμπεράσματα. Τα δεδομένα που είχαν οι ενήλικες Έλληνες για την κρίση του 2010 ήταν πάνω κάτω τα ίδια. Όλοι είχαν επίγνωση της σαθρότητας του κράτους, της φαυλότητας του πολιτικού συστήματος και της διασπάθισης του δημόσιου χρήματος. Τα ζούσαν καθημερινά, συμμετείχαν σε αυτά λίγο ή πολύ ή και καθόλου – όμως τα ήξεραν. Όλοι τα έλεγαν και κανείς δεν τα ομολογούσε. Όταν εμφανίστηκαν σε όλο το μεγαλείο τους, οι περισσότεροι έκαναν τους χαζούς. Για την κρίση έφταιγαν οι ξένοι. Όχι εμείς που εξανεμίσαμε τα δανεικά λεφτά με την αλόγιστη χρήση τους, αλλά αυτοί που μας τα δάνεισαν. Συνέβη μια μαζική αποσύνδεση αιτίας και αποτελέσματος, που είναι και η βασική έκφραση της ανοησίας.
Ανόητος είναι αυτός που ενώ διαθέτει νου και έχει όλα τα δεδομένα ενός ζητήματος για να εξάγει έλλογα συμπεράσματα επ’ αυτού, αρνείται να το κάνει, παραβιάζοντας τη λογική ακολουθία αιτίας και αποτελέσματος. Κάτι πρέπει να μεσολαβεί και να μπλοκάρει τον νου του. Η εμπλοκή της νόησης πρέπει να αναζητηθεί σε εξω-νοητικούς παράγοντες, καθώς ο ίδιος άνθρωπος μπορεί να τα έχει τετρακόσια σε άλλα ζητήματα. Απλά σε κάποια μπλοκάρει, για κάποιους λόγους.
Καθώς εδώ εξετάζουμε το φαινόμενο των ανόητων απόψεων, θα διερευνήσουμε πιθανούς λόγους της εμφάνισης τους. Ποια μπορεί να είναι, λοιπόν, τα αίτια εμπλοκής της νόησης σε ζητήματα κοινού ενδιαφέροντος και δημοσίου συμφέροντος;

Λόγοι της εμπλοκής των απόψεων και λύσεις

Λόγοι ιδιωτικού συμφέροντος: Αρνούμαστε να δεχτούμε τα αίτια δημοσίων προβλημάτων εφόσον αυτά θίγουν το ιδιωτικό μας συμφέρον. Προκειμένου να αποφύγουμε τις συνέπειες των συμπερασμάτων της έλλογης διερεύνησης των προβλημάτων, διακόπτουμε τη λογική ακολουθία πρόωρα, πριν φτάσει σε βάθος (και μας βρει). Το κενό που μένει να εξηγηθεί το καλύπτουμε με φανατισμούς ή φανταστικούς εχθρούς.
Το ιδιωτικό μας συμφέρον μπορεί να περιλαμβάνει και άλλους με τους οποίους το ταυτίζουμε κατά περίπτωση (οικογένεια, σόι, παρέα, ομάδα, κλάδο, κόμμα, κλπ.) Πάντως δεν το ταυτίζουμε με το δημόσιο. Εδώ υπάρχει πάλι ένα λογικό κενό, καθότι το δημόσιο καλό θα έπρεπε λογικά να μας ευνοεί. Συμβαίνει λοιπόν μια αποσύνδεση του δημόσιου και του ιδιωτικού συμφέροντος, η οποία προκαλεί λογικά κενά.
Η αποσύνδεση δημόσιου και ιδιωτικού μπορεί να οφείλεται είτε στη βουλιμία μας να καρπωθούμε εμείς περισσότερα από τους άλλους, είτε στην βουλιμία του δημοσίου και όσων το σφετερίζονται να καρπωθούν από εμάς περισσότερα από όσα δικαιούνται.
Λύση: Η επανασύνδεση δημόσιου και ιδιωτικού, με αναγνώριση του χώρου ευθύνης του ιδιωτικού και καθορισμού της περιοχής συνυπευθυνότητας του δημοσίου, θα θεράπευε την ανοησία πολλών απόψεων. Εφόσον η περιοχή του δημοσίου αναγνωριζόταν ότι υπερασπίζεται το κοινό καλό και αποκαθίστατο η εμπιστοσύνη του κόσμου προς τις δημόσιες αρχές, θα είχε γίνει ένα σοβαρό βήμα για την αντιμετώπιση των νοητικών στρεβλώσεων.

Λόγοι ιδεοληπτικής καθήλωσης: Το μυαλό μας αντί να εξετάσει τα κοινωνικοπολιτικά δεδομένα βάσει των δικών του νοητικών εργαλείων αναμασάει ιδεολογήματα τα οποία έχει διδαχθεί, ασπασθεί η μυηθεί από πριν και δυσκολεύεται τώρα να ξεπεράσει. Αυτά μπορεί να προέρχονται από κομματικές θητείες, νεολαιίστικες μαθητείες, οικογενειακές παραδόσεις, σχολικές διδαχές, εκκλησιαστικούς όρκους, κατηχητικές εκδρομές, ομάδες περιφρούρησης, παρέες σε διαδηλώσεις, συρμούς της νεότητας, πρότυπα αναγνωστικά, κλπ.
Κοινό στοιχείο των ιδεολογημάτων είναι η ομαδοποιητική λειτουργία τους. Όσοι ακολουθούν τα ερμηνευτικά τους σχήματα ανήκουν στην ομάδα που τα μετέρχεται και έτσι δεν είναι μόνοι. Πρόκειται για διανοητικά μορφώματα που εξυπηρετούν μάλλον την ανάγκη του ανήκειν παρά του σκέπτεσθαι. Οι συναισθηματικοί δεσμοί ανάμεσα στα μέλη της ομάδας κάνουν την αμφισβήτηση των ιδεολογημάτων της εξαιρετικά δύσκολη. Όποιος την τολμήσει, κινδυνεύει να χαρακτηριστεί προδότης, άπιστος και ιδιοτελής. Μπροστά σε αυτήν την απειλή, η κριτική σκέψη πάει περίπατο.
Λύση: Η απεμπλοκή από τα ιδεολογήματα είναι κρίσιμη για την αποκατάσταση της νοητικής λειτουργίας στην διαμόρφωση την απόψεων. Τι θα μπορούσαμε να κάνουμε γι’ αυτήν;
Να εμπιστευτούμε την κριτική ικανότητα των παιδιών μας και να μην την μπλοκάρουμε με προκατ ερμηνείες, λες και αυτά δεν μπορούν να σκεφτούν. Το μόνο που χρειάζονται είναι να τους δώσουμε τα δεδομένα, χωρίς να τα μαγειρεύουμε. Να παρουσιάσουμε όσο πληρέστερα, αντικειμενικά και ουδέτερα μπορούμε τις κοινωνικοπολιτικές καταστάσεις, με όλα τα προηγούμενά τους, τις λύσεις που επιλέχθηκαν και τα αποτελέσματα που έφεραν. Αυτά θα βρουν τις δικές τους λύσεις όταν ενηλικιωθούν, χωρίς να τα ποδηγετούμε εμείς, είτε σαν γονείς, είτε σαν δάσκαλοι. Προφανώς χρειάζεται να δώσουμε έμφαση στη Γενική Παιδεία ώστε τα παιδιά να μαθαίνουν τον τρόπο σύστασης του γενικότερου περιβάλλοντός τους, αρκεί να είναι ανεξάρτητη από ιδεοληψίες εθνικού, θρησκευτικού ή άλλου περιεχομένου.
Να ενισχύσουμε την προστασία όσων σκέφτονται ελεύθερα από επιθέσεις των ιδεοληπτικών.
Να ενθαρρύνουμε την ελεύθερη σκέψη, δίνοντας οι ίδιοι το παράδειγμά της και στηρίζοντας αλλήλους, μέσα από δικά μας δίκτυα. Έτσι θα δείξουμε ότι δεν είναι καταδικασμένος στη μοναξιά και στην απελπισία όποιος τολμά να σκέφτεται ελεύθερα.
Εφόσον ο φόβος αποκλεισμού περιοριστεί αυξάνονται οι πιθανότητες να χρησιμοποιήσουν και οι άλλοι άφοβα το μυαλό τους, για να γίνουμε πολλοί και να αλλάξουμε τα κακά, έτσι που όλοι Να Περνάμε Καλά.

Tuesday, July 10, 2018

Η εποχή μας, σε αναζήτηση νοήματος

Ζούμε σε μια εποχή χωρίς συλλογικό όραμα. Οι απελευθερωτικές ή εξισωτικές ιδεολογίες του 20ου αιώνα - όπως, οι σοσιαλιστικές των αρχών του αιώνα ή οι ελευθεριακές των δεκαετιών ’60, ‘70 -  κατέρρευσαν στην επαφή τους με την πραγματικότητα. ‘Εμεινε μόνο ο καπιταλισμός, που κυριάρχησε με τη λογική του χρήματος.

Ένας πολιτισμός που κινείται από το χρήμα παράγει μορφές αγοραίες, με σκοπό το κέρδος. Δεν έχουν κάποιο άλλο κίνητρο, στην πραγματικότητα. Όταν το χρήμα γίνεται σκοπός και όχι μέσον, τότε, χάνεται ο μόνος νοήμων σκοπός της ζωής: να περνάμε-καλά (δες link), και απλά τρέχουμε πίσω από τα λεφτά. Εφόσον οι δημιουργοί επαναπροσδιορίσουν τη στόχευση των έργων τους βάσει αυτού, τότε μπορεί να γεννηθεί μια άλλη εποχή, πιο κοντά στις επιθυμίες μας, αλλά και στην πραγματικότητά μας.

Το πρόβλημα με τις προηγούμενες απόπειρες συλλογικού επαναπροσδιορισμού, όπως στις επαναστάσεις του 20ου αιώνα, ήταν ότι δεν είχαν αρκετά φιλοσοφημένη στόχευση και ότι δεν επεξεργάστηκαν ικανοποιητικά τα δεδομένα της πραγματικότητας. Οι στόχοι που έθεταν – της ισότητας ή της ελευθερίας – ήταν μάλλον μέσα, παρά στόχοι. Να είμαστε ίσοι και ελεύθεροι, ναι, αλλά για ποιο λόγο. Δεν εντόπισαν καθαρά τον απώτερο λόγο, ούτε είδαν ειλικρινά την πραγματικότητα. Οι εξισωτικές επαναστάσεις δεν έλαβαν υπόψη την ανάγκη διαφοροποίησης των ατόμων. Οι ελευθεριακές αγνόησαν τις οικονομικές δεσμεύσεις της πραγματικότητας. Στο τέλος, η οικονομία, στην πιο κυνική εκδοχή της, τον καπιταλισμό, κέρδισε. Με τις τροποποιήσεις που έκανε και τις προσαρμογές του, ο καπιταλισμός μπόρεσε να κυριαρχήσει παγκοσμίως.

Οι ανισορροπίες που παράγει ο παγκοσμιοποιημένος καπιταλισμός προκαλούν ολοένα αυξανόμενες πιέσεις, τις οποίες θα δυσκολευτεί να αφομοιώσει αν δεν αλλάξει δομικά (και παύσει να είναι καπιταλισμός, ουσιαστικά). Η οικολογική ανισορροπία, η πληθυσμιακή  (με τον υπερπληθυσμό των υπανάπτυκτων χωρών, σε συνδυασμό με τη γήρανση στις αναπτυγμένες χώρες), η ανισορροπία πλούτου, η μεταναστευτική πίεση, κλπ., απαιτούν ριζικές αλλαγές. Η πιο σημαντική είναι η «αλλαγή παραδείγματος», με την υιοθέτηση μιας κανονιστικής Αρχής διαφορετικής από το χρήμα. 

Εάν δεν γίνει κάποιος συλλογικός επαναπροσδιορισμός επί της ουσίας, τότε θα κυριαρχήσουν τα οπισθοδρομικά φαινόμενα που εκδηλώνονται παγκοσμίως, σαν αντίδραση στην παγκοσμιοποίηση. Η άνοδος του εθνικισμού και του λαϊκισμού, του θρησκευτικού φονταμενταλισμού και του ρατσισμού, δείχνουν τον κίνδυνο.

Την ίδια στιγμή, η προοδευτική σκέψη αδυνατεί να προτείνει κάτι που να ανταποκρίνεται θετικά στα ζητήματα της εποχής. Πόσο μάλλον να δώσει το όραμα μια άλλης. Είναι κολλημένη σε μια ορολογία του παρελθόντος (κομμουναλιστικού ή ελευθεριακού τύπου) και επαναλαμβάνει αποδομητικές φόρμες ενός ξεπεραμένου μοντερισμού (στην Τέχνη). Αδυνατεί να συλλάβει θετικά τον κόσμο και αρκείται στην κριτική και στην ανάλυση.

Με τη διαρκή κριτική και την εμμονική ανάλυση, όμως, δεν βγαίνει κάτι. Μπορεί να είναι απαραίτητες για την άρση των κακών κείμενων και τη διάγνωση των αιτιών τους, αλλά μόνο αν συνεχιστούν με κάποια θετική πρόταση, μπορεί να παράγουν αποτέλεσμα.  Αλλιώς,  από μόνες τους, δεν μπορούν να διαμορφώσουν ένα συνεκτικό και συγκροτητικό νόημα για τη διαμόρφωση μιας νέας εποχής. Στερούνται προοπτικής.

Η απουσία συνεκτικού νοήματος, με προοπτική, αποδιοργανώνει τις κοινωνίες και υπονομεύει τις συλλογικότητες, αφήνοντας τα άτομα εγκαταλελειμμένα στα αδιέξοδα του ατομισμού. Η διάλυση των δια-προσωπικών σχέσεων συνοδεύεται από οπαδισμούς που μαζοποιούν τα άτομα σε άμορφους σχηματισμούς, εύκολους να ποδηγετηθούν. Η αυτιστική τέχνη και η ομφαλοσκοπική φιλοσοφία έρχονται να επιβαρύνουν το κλίμα της διάλυσης και να επιτείνουν το αίσθημα της παραίτησης.

Υπάρχουν βέβαια και οι εμπνευσμένες φωνές, που μιλούν επί της ουσίας και δίνουν προοπτική. Είναι λίγες, αλλά υπάρχουν. Μέσα από αυτές, επιβιώνει το Πνεύμα και μένει ζωντανή η δυνατότητα μιας νέας εποχής. Για να επιτευχθεί κάτι τέτοιο, χρειάζεται ο συντονισμός τους. Πάνω σε ποια κανονιστική Αρχή θα μπορούσε να γίνει αυτός; Ποια θα μπορούσε να είναι η Αρχή, που θα είχε την απαραίτητη καθολικότητα για να συμφωνήσουν όλοι επ’ αυτής και να οργανωθούν ανάλογα;

Προτείνουμε την Αρχή τού «Να Περνάμε Καλά», όπως την παρουσιάζουμε εδώ, τόσο στις θεωρητικές της βάσεις, όσο και στις πρακτικές της συνέπειες.

Sunday, June 3, 2018

Το πνεύμα της εξέγερσης (που δεν λέει να παραδώσει το πνεύμα).


Το πνεύμα της εξέγερσης ώθησε τον υποταγμένο άνθρωπο να σπάσει τα δεσμά του από δυναστείες, δεσποτείες και δικτατορίες που του είχαν επιβληθεί δια ροπάλου. Υπήρξε ηρωικό και απελευθερωτικό. Υμνήθηκε για τον ηρωισμό του και παρήγαγε πρότυπα, τα οποία αναπαράγονται μέχρι και σήμερα, ακόμη κι αν δεν υπάρχει λόγος εξέγερσης. Η αναπαραγωγή τους σε κάποιες χώρες που θέλουν να ζουν με τον ηρωισμό (χώρες όπως η Ελλάδα) γίνεται μάλιστα μαζικά, καθώς είναι εύκολη και δεν απειλείται από αυστηρές ποινές και αποκεφαλισμούς, όπως παλιά.

Στις σύγχρονες δημοκρατίες δεν συντρέχει πραγματικά λόγος εξέγερσης, καθώς οι κυβερνήσεις εκλέγονται από τον λαό. Όποιος έχει αντίθετη άποψη μπορεί να την εκφράσει και να κινητοποιήσει τον κόσμο να τον ψηφίσει, αν θέλει να κυβερνήσει αυτός. Οι κοινοβουλευτικές ατέλειες και οι χειραγωγήσεις της κοινής γνώμης αποτελούν προβλήματα των δημοκρατιών, που δικαιολογούν την αμφισβήτηση και την κριτική αλλά όχι την εξέγερση και τη βία. 

Η εξέγερση είναι μια μορφή εύλογης αντίδρασης σε συνθήκες δεσποτικής καταπίεσης και  δικτατορικής ανελευθερίας. Παρόλα αυτά το πνεύμα της εξέγερσης μένει ζωντανό ακόμη στις δημοκρατίες, ως πεπατημένη μορφή ηρωικής ανάδειξης, ελλείψει άλλου προτύπου.
(Δεν είναι τυχαίο που οι Έλληνες προσπαθούν να δικαιολογήσουν την πεπατημένη εξεγερτικότητά τους, αποκαλώντας συστηματικά "χούντα" τις κυβερνήσεις που αυτοί ψήφισαν.)

Χρειαζόμαστε προφανώς νέα πρότυπα ηρωισμού. Αυτά πρέπει να αναζητηθούν στις θαρραλέες προσωπικές στάσεις απέναντι στις σύγχρονες κατεστημένες συμπεριφορές και στα καθεστώτα που πραγματικά κυριαρχούν στους διάφορους τομείς (πολιτικούς, πολιτιστικούς, ακαδημαϊκούς, κλπ.).
Πιθανόν το κατεστημένο σήμερα να βρίσκεται σε όσους συνεχίζουν να προτυπο-ποιούν την εξεγερτικότητα, αναπαράγοντας πρότυπα ενός παλαιο-ριζοσπαστικού μοντερνισμού, που συνεχίζει να το παίζει άτακτο παιδί ενώ έχει πια γεράσει. Το βλέπεις παντού στις Τέχνες, όπου μοντέρνο θεωρείται το ανατρεπτικό, το καταστροφικό, το αποδομητικό. 

Υπάρχουν μάλιστα ολόκληρες χώρες που ζουν σε μια παρεξηγημένη αντίληψη της νεωτερικότητας, σε σημείο το αρνητικό να θεωρείται θετικό και το θετικό αρνητικό. Σε αυτές χρείαζεται επειγόντως αλλαγή του προτύπου ηρωικότητας που ακολουθούν.
(Σε περιπτώσεις, ειδικά, όπως η Ελλάδα, όπου η εξεγερτικότητα έχει γίνει καθεστώς, το ηρωικό θα ήταν ο αγώνας για κανονικότητα, μαζί με τα δύσκολα ερωτήματα που αυτή θέτει.)

Tuesday, May 22, 2018

Έλληνες ή Ελληναράδες; Επείγουσα εθνολογική ανάλυση.

Όλοι οι Έλληνες δεν είναι ένα πράγμα. Ούτε οι Γερμανοί είναι. Ούτε οι Ρώσοι. Ούτε οι Αμερικάνοι. Κανένα έθνος δεν αποτελείται από έναν μόνο  ανθρωπότυπο, έστω κι αν τα άτομα που το συνιστούν μοιράζονται κάποια κοινά πράγματα, όπως τη γλώσσα, τον τόπο, την ιστορία του.

Βέβαια, κάποια ανθρωπολογικά ή πολιτισμικά χαρακτηριστικά μπορεί να είναι συχνά σε κάθε έθνος και να το χαρακτηρίζουν προς τα έξω, αλλά αυτό συμβαίνει μάλλον επιφανειακά. Όποιος το ψάξει θα δει ότι  αυτοί οι χαρακτηρισμοί δεν αντιπροσωπεύουν πραγματικά ένα έθνος και δεν εκφράζουν ποτέ το σύνολό του. Ούτε όλοι οι Γερμανοί είναι ψυχροί υπολογιστές, ούτε οι Αμερικάνοι τσιχλόφουσκοι ιμπεριαλιστές, ούτε οι Ρώσοι αντιευρωπαίοι πουτινιστές. Και, βέβαια, ούτε οι Έλληνες είναι όλοι λαμόγια.

Το ότι η λαμογιά συχνάζει στο ελληνικόν έθνος και το ρεζίλεψε διεθνώς, όταν έσκασε η φούσκα του χρέους, είναι ένα αναπόφευκτο ιστορικό γεγονός, γνωστό τοις πάσι. Ακόμη και σε απομονωμένες χώρες της Αφρικής το έχουν μάθει. Θα πάρει πολύ καιρό και πολλή προσπάθεια να αμβλυνθούν οι εντυπώσεις του. Το σκάσιμο όμως της φούσκας αποκάλυψε και μια άλλη πλευρά του έθνους πολύ χειρότερη, που κινδυνεύει να το χαρακτηρίσει.

Είναι η πλευρά που εκφράστηκε με τις κρεμάλες των «αγανακτισμένων», με το να καεί το μπουρδέλο η βουλή, να καεί και η Marfin, να τα κάνουμε όλα πουτάνα, βρυχώντας εθνικούς ύμνους και κυνηγώντας με λάβαρα και αγιαστούρες όποιον τολμήσει να μιλήσει για Ευρώπη, πολιτισμό, διάλογο με γείτονες και συζήτηση με πολιτικούς αντίπαλους. Μόνο φανατισμός, καφρίλα και ξύλο εν ονόματι του Έθνους, με το Ε κεφαλαίο (ή της Αναρχίας, με το κεφαλαίο Α σε κύκλο και φυτίλι να τα κάψουμε όλα).

Πρόκειται για έναν κοινωνικο-πολιτικό χουλιγκανισμό που κατέβηκε από τις κερκίδες του ακρο-δεξιού (ή ακρο-αριστερού) περιθωρίου στο γήπεδο και θέλει να κερδίσει το παιχνίδι με τη βία. Αυτές οι ακραίες πτυχές υπήρχαν πάντα, όπως και υπάρχουν σχεδόν σε όλες τις δημοκρατίες. Το καινούργιο στην Ελλάδα είναι ότι έχουν αποκτήσει μεγάλη δύναμη και έχουν βγει για τα καλά από το περιθώριο, όπου φώλιαζαν στη διάρκεια της μεταπολίτευσης.

Δεν είναι μόνο τα στρατευμένα χρυσαύγουλα, δεν είναι μόνο οι κουκουλοφόροι που βανδαλίζουν, δεν είναι μόνο τα χουλιγκάνια που τα καίνε, είναι και όλοι αυτοί και αυτές που τους επικροτούν, τους παρακινούν, τους υποστηρίζουν και τους τροφοδοτούν με φανατισμό, μίσος, βαρβαρότητα, βλακεία και τύφλα. Και όλοι αυτοί είναι πολλοί!!

Όποιος διαβάσει τα σχόλια που γράφονται από αυτούς στα social media μετά την επίθεση στον Μπουτάρη θα τρομάξει με το μέγεθος του πλήθους και της καφρίλας. Αυτοί όλοι μαζί απαρτίζουν το ανθρωπότυπο του «Ελληναρά», που απειλεί να κυριαρχήσει στο σύνολο των Ελλήνων και να τους χαρακτηρίσει σαν έθνος.

(Εδώ ακριβώς είναι που η ακρο-αριστερή εκδοχή της καφρίλας μπαίνει σε παρένθεση διότι είναι μικρότερη σε αριθμό και δεν αποτελεί πλειοψηφικό ρεύμα. Παραμένει περιθωριακή έστω και αν έχει μεγάλη «δύναμη πυρός» και μπορεί να γκετοποιεί μια ολόκληρη περιοχή όπως τα Εξάρχεια - το κάνουν, άλλωστε, και οι αθίγγανοι στα Λιόσια. Επειδή είναι λίγοι σε αριθμό δεν απειλούν να χαρακτηρίσουν τους Έλληνες και δεν θα τους συμπεριλάβουμε σε αυτήν την επείγουσα εθνολογική ανάλυση. Χρήζουν ιδιαίτερης κατάταξης - και πάταξης).

Το πλήθος των Ελληναράδων φάνηκε καθαρά στην επίθεση εναντίον του Μπουτάρη, μέσα από όλους αυτούς που την υποστήριξαν. Αυτή η επίθεση σηματοδοτεί το τέλος των ψευδαισθήσεων. Τραβάει μια κουρτίνα και δείχνει το μέγεθος του αποστήματος. Πρόκειται για μια συμπαγή μάζα, για έναν κακοήθη όγκο που αυξάνεται σαν καρκίνος και απειλεί να κυριαρχήσει στην Ελλάδα, διαλύοντας τις αντιστάσεις του ανοσοποιητικού της.

Η επίθεση στον Μπουτάρη αποτελεί μιαν οριακή στιγμή, που τραβάει μια διαχωριστική γραμμή ανάμεσα σε εμάς και αυτούς. Αν τους αφήσουμε, θα κυριαρχήσουν, θα μας χαρακτηρίσουν σαν σύνολο και θα μας κάνουν να τρομάξουμε με τους εαυτούς μας.
Έλληνες ή Ελληναράδες; Πάρτε θέση!

Sunday, April 29, 2018

Η σύγχρονη κατάντια του ελληνικού έθνους και ποιες επιλογές μας μένουν.

Από όπου και να πιάσεις αυτό το λαό, λερώνεσαι. Κάθε μέρα κι ένα – τουλάχιστον – σκάνδαλο. Η Unicef, η ΜΚΟ Αλληλεγγύη, το κύκλωμα με τα αντικαρκινικά φάρμακα, το Γηροκομείο Αθηνών, ο Ερυθρός Σταυρός, κλπ κλπ. Ο κατάλογος δεν έχει τελειωμό.Δεν μπορεί για όλα αυτά τα φαινόμενα να φταίει ο Τσίπρας. Ούτε ότι με τον Κυριάκο θα σταματήσουν.

Πρόκειται για συλλογική εξαχρείωση που δεν έχει να κάνει μόνο με κόμματα αλλά εξαπλώνεται σε όλες τις κατηγορίες, τάξεις και ομάδες. Ένας φίλος μου, στέλεχος φαρμακευτικής, μου εξήγησε ότι οι εταιρίες δεν μπορούσαν να προωθήσουν φάρμακα αν δεν λάδωναν τον καθένα γιατρό ξεχωριστά, κατ’ απαίτησή του. Ήταν οι ίδιοι οι γιατροί που παζάρευαν τη συνταγογραφία και αφού έκαναν ντηλ με την όποια φαρμακευτική, φλόμωναν τον κόσμο με τα φάρμακά της, συνταγογραφώντας ακόμα και για πεθαμένους. Μου είπε ότι δεν ήταν έτσι πάντα, αλλά το πράγμα ξέφυγε από ένα σημείο και μετά. (Όσο για τη Novartis, μου εξήγησε, ότι έκανε ότι έκαναν όλες οι εταιρίες, αλλά πιο επιθετικά.)

Ποιο είναι αυτό το σημείο από το οποίο και μετά «χάθηκε η μπάλα»; Κάποιοι το εντοπίζουν στο ’81, στην επικράτηση του ΠΑΣΟΚ. Τι συνέβη τότε; Ήταν πριν καλύτερα, με τη δεξιά, τη χούντα, τους εμφυλίους, τις μικρασιατικές καταστροφές, τους μεγαλο-ιδεατισμούς, τους αλληλοσπαραγμούς βασιλο-βενιζελικών, τους Μαυροκορδάτους και πάει λέγοντας;

Φαίνεται το κακό να διαπερνά όλη τη σύγχρονη ιστορία του ελληνικού έθνους (για να μην πιάσουμε την αρχαία). Τι συμβαίνει, λοιπόν; Είναι κάτι γενετικό;  Δεν μπορεί, διότι οι Έλληνες που φεύγουν έξω, σε προηγμένα κράτη, προκόβουν (οι περισσότεροι). Άρα, τι σκατά συμβαίνει σε αυτό το νότιο-ανατολικό άκρο της Ευρώπης; Μήπως φταίει αυτό ακριβώς, ότι είναι ένα νότιο-ανατολικό άκρο;

Η γεωγραφία παίζει σίγουρα ρόλο: με τους λαούς του Νότου πιο ανοργάνωτους (και ασύδοτους) από τους Βόρειους (που οφείλουν να οργανώνονται λόγω κλίματος).  Η θέση της Ελλάδας, επιπλέον, στα ανατολικά, σε επαφή με τον ανατολίτικο σκοταδισμό (είτε τον σλάβικο είτε τον μουσουλμανικό) και σε διαρκή προστριβή με την Τουρκία είναι μια ακόμα ατυχής παράμετρος.

Η ιστορία της χώρας παίζει επίσης μεγάλο ρόλο: με τον ένδοξο αρχαιοελληνικό κόσμο και την κατάπτωσή του (μετά τον πελοποννησιακό πόλεμο), με τον βυζαντινικό δογματισμό της ορθοδοξίας, με την μακρόχρονη οθωμανοκρατία, με το μπάσταρδο κράτος που προέκυψε μετά την υποβοηθούμενη ελληνική επανάσταση και με τις παθογένειες του νεοσύστατου έθνους (που διαφωτίζει εξαιρετικά ο Π. Κονδύλης στο βιβλιαράκι του για τις Αίτια της παρακμής).

Όλα αυτά παίζουν ρόλο, αλλά δεν αρκούν να εξηγήσουν αυτό που βλέπουμε σήμερα. Η σημερινή εξαχρείωση έχει κάτι ξεχωριστό.  Πρόκειται για μια γενικευμένη ανηθικότητα που τίποτε δεν την σταματά. Αυτό την κάνει επιθετική, άγρια και αμετανόητη.

Τα μέσα ενημέρωσης έχουν παραδοθεί σε μαφιόζους που φτάνουν να μπουκάρουν με πιστόλια στα γήπεδα, οι δικαστικοί εξελίσσονται σε μια συντεχνία που κοιτάζει ξεδιάντροπα την πάρτη της, οι παπάδες παραληρούν αθεόφοβα ρατσιστικά κηρύγματα, οι μπαχαλάκηδες καίνε ατιμώρητοι, τα πανεπιστήμια είναι «μπουρδέλα», οι Ποντιακοί και άλλοι "εθνικοί σύλλογοι" φιλοξενούν φασίστες που καίνε και δέρνουν απροκάλυπτα, επιτίθενται στον Μπουτάρη μέρα μεσημέρι, τα κόμματα τσακώνονται για τη δική του βία το καθένα και κάνουν μικροπολιτική πάνω σε μια χώρα που σπαράσσετα. Ένα χάος.

Η μόνη δύναμη ελέγχου που προσπαθεί να ελέγξει αυτό το χάος και να το βάλει σε μια κάποια τάξη είναι εξωτερική και οικονομική, με επιβεβλημένα μνημόνια υπό την απειλή της χρεωκοπίας. (Ακόμα και αυτά παραβιάζονται συστηματικά, αλλά οι αριθμοί είναι αμείλικτοι).

Μπορεί όμως τα οικονομικά μέτρα να μας γλυτώσουν από αυτή την κατρακύλα; Είναι κατάπτωση που οφείλεται στην οικονομία (για να αντιμετωπιστεί οικονομο-λογικά) ή μήπως τα οικονομικά μεγέθη δεν είναι παρά δείχτες μιας βαθύτερης κρίσης, και ποια είναι αυτή;

Αν προσέξουμε καλύτερα τα δεδομένα της κρίσης στη καθημερινή τους εκδήλωση, θα δούμε ότι εδράζεται σε άτομα που δρουν χωρίς αναστολή, εν ονόματι του ατομικού τους συμφέροντος και μιας περιορισμένης κοινωνικής αντίληψης (περιορισμένης στην οικογένειά τους, το σόι τους, τους κολλητούς τους, τη σέχτα τους, την αγέλη τους).

Ο χριστιανισμός που έλεγχε τις πράξεις των ατόμων με τη δική του ηθική αξιολόγηση (τις θεολογικές τιμωρίες και ανταμοιβές) δεν έχει καμία ισχύ σήμερα. Είναι ένας μουμιοποιημένος θεσμός σε μια επαναλαμβανόμενη παράσταση μαριονέτας, όπου όλοι υποκρίνονται τους πιστούς, αλλά κανείς πραγματικά δεν πιστεύει, εκτός από ελάχιστους (κυρίως ηλικιωμένους). Το τιμωρητικό του σύστημα  δεν πτοεί πλέον κανένα. Ούτε κανείς όμως έχει το θάρρος να πει την αλήθεια ότι δεν πιστεύει και να αναλάβει την ευθύνη των πράξεών του. Όλοι το παίζουν Χριστιανοί, αποφεύγοντας έτσι την ατομική ευθύνη, τη στιγμή που φέρονται εντελώς ατομιστικά, αφού δεν φοβούνται τιμωρία, ούτε περιμένουν θεϊκή ανταμοιβή.

Το ίδιο συμβαίνει με το σοσιαλισμό. Από τον Παπανδρέου και μετά, που τον χρησιμοποίησε για την εγκαθίδρυση της πασοκικής ηγεμονοκρατίας του, ο σοσιαλισμός έγινε στάχτη στα μάτια για έναν ξετσίπωτο κομματικό φεουδαλισμό, όπως κάνει τώρα εκκωφαντικά η παρέα του Τσίπρα.

Η κατάρρευση των συλλογικών ιδεολογιών του χριστιανισμού και του σοσιαλισμού συνέβη παντού στην Ευρώπη, αλλά στην Ελλάδα αποκρύβεται, επιτρέποντας τα άτομα να τις επικαλούνται για να αποφύγουν τις ευθύνες τους, τη στιγμή που φέρονται εντελώς ανεύθυνα και παντελώς αχρεία.

Εδώ ακριβώς εντοπίζω την «καρδιά» της κρίσης, στην ιδιαίτερη νέο-ελληνική εκδοχή της. Μόνο μια ανοιχτή επίθεση σε αυτό το συλλογικό ψέμα θα μπορούσε να θίξει τη ρίζα του προβλήματος.  Ποιος όμως θα την κάνει;

Είμαστε λίγοι και ανίσχυροι σε αυτήν την επικράτεια του ψεύδους, όσοι από εμάς την αντιλαμβάνονται. Πολλοί έχουμε φύγει έξω, διωγμένοι από αυτήν. Μπορούμε να την αγνοήσουμε, να ρίξουμε μαύρη πέτρα πίσω και να ριζώσουμε αλλού. Είναι μια επιλογή.

Κάποιοι, όμως, ακόμη παιδευόμαστε, μαζί με τους «δικούς μας» στην Ελλάδα. Η επιλογή  που μας απομένει είναι να συνασπιστούμε και να φτιάξουμε δικές μας νησίδες μέσα σε αυτό τον ωκεανό παραλογισμού, για να μη τρελαθούμε εντελώς και να διασώσουμε όση ικμάδα πνεύματος έχει απομείνει σ αυτόν τον τόπο.

ΥΓ. Μια τέτοια νησίδα θα μπορούσε να γίνει το group «Ανάμεσα» ή κάποιο άλλο σχήμα. Όποιο και νάναι, είναι σημαντικό να υπάρξει. Σημαντικό για την ίδια μας την ύπαρξη, εφόσον είναι ακόμη συνδεδεμένη με κάποιο τρόπο με αυτή τη χώρα. 

Sunday, March 18, 2018

Το μέλλον θα καθυστερήσει

Το κτήνος μέσα μας, ο ταξιτζής που γρυλίζει χρυσαυγίτικα,  ο Ερντογάν,  ο Πούτιν,  ο Καμμένος, το γαμημένο μας το σόι,  η Λέγκα του Βορρά,  οι Παοκτσήδες δικέφαλοι τρικέφαλοι γάβροι, η ζηλοφθονία και χαιρεκακία μας, ο Τραμπ αγκαλιά με τον Κιμ Γιογκ Ουν, το Brexit και ο γείτονας που φολιαζει αδέσποτα, η χαζογκόμενα που μας (γ)καβλώνει, οι μαλακοπίτουρες πολιτευτές, οι Καρντασιανς και οι τσιτωμενες στα μποτοξ κυράτσες, οι συμμορίες και οι μπράβοι των λεφτάδων,  οι λεφτάδες,  η άνοδος της ακροδεξιάς, οι κακές μας συνήθειες, οι κρυφο-πουστηδες αρχιμανδρίτες και οι ανοιχτο-φασίστες Άνθιμοι, οι νεο-φασκιωμένες Τουρκαλο-γερμανίδες και οι παλαιο-Ζορμπάδες εστιάτορες ντολμαδάκια κονσέρβα του Βερολίνου,  τα σκουπίδια μας... όλα είναι εδώ και ζητάνε την προσοχή μας. 

Θέλουμε να κοιτάξουμε αλλού,  να δούμε παρακάτω αλλά αυτά μας τραβάνε απ το μανίκι. Πάμε να τρέξουμε και μας βάζουν τρικλοποδιά. Μας αναγκάζουν να επιστρέψουμε σε αυτά,  να σκύψουμε,  να λυγίσουμε, να γυρίσουμε πίσω. Το παρελθόν φυγείν αδύνατον. Το μέλλον θα καθυστερήσει. Αναγκαστικά.  

Friday, March 9, 2018

Κωμωδία, τραγωδία, ρεαλισμός

Η δραματουργία (στο σινεμά ή στο θέατρο) έχει τρεις βασικούς τρόπους να "ανοίξει τα μάτια" του κόσμου: τον κωμικό, τον τραγικό και τον ρεαλιστικό.

Με τον κωμικό γελοιοποιεί τις κατεστημένες παραδοχές και κάνει τον κόσμο να ξεφύγει από τον σφιχτό τους εναγκαλισμό και να δει παραπέρα. Η κωμωδία μετέρχεται την άρση και δρα ανατρεπτικά, δείχνοντας την αντίθετη πλευρά από αυτήν που κοιτάζουν οι περισσότεροι, που ακολουθούν τους εκάστοτε συρμούς. Γι’ αυτό βάζει στόχο συχνά τις μόδες, τις επισημότητες, τους καθωσπρεπισμούς, τις σοβαροφάνειες, τις «κορεκτίλες», κλπ.  

Με τον τραγικό τρόπο η δραματουργία δείχνει τις καταστροφικές  συνέπειες της επιβολής των κατεστημένων παραδοχών και κάνει τον κόσμο να φοβηθεί και να κρατήσει απόσταση από αυτές. Η τραγωδία μετέρχεται την ακραία θέση, καθώς δρα επι-θετικά, ωθώντας τη εκάστοτε ισχύουσα θέση (εξουσία, καθεστώς, συρμό, θεσμό) στα άκρα. Δείχνει στην ίδια κατεύθυνση με αυτήν που πάνε τα πράγματα  και τα σπρώχνει να αποκαλύψουν τη βία τους.

Και η κωμωδία και η τραγωδία ασκούν κριτική στην πραγματικότητα, ενώ ο ρεαλισμός δείχνει την ίδια την πραγματικότητα, με τρόπο που ο κόσμος να τη συνειδητοποιεί. Ο ρεαλισμός μετέρχεται την απεικόνιση των πραγμάτων έτσι όπως είναι στ’ αλήθεια, (θετικά, αρνητικά, γελοία, σοβαρά, κλπ. - χωρίς καμία ωραιοποίηση ή κακοποίηση) παίζοντας τον ρόλο του καθρέφτη. Η ανάδειξη της αλήθειας μπορεί να είναι εξίσου απελευθερωτική, καθώς οι άνθρωποι δεν είναι στ’ αλήθεια αυτό που επικαλούνται οι ισχύουσες θέσεις και οι κατεστημένες παραδοχές.   

Βέβαια, για να λειτουργήσουν όλοι αυτοί οι τρόποι απελευθερωτικά, θα πρέπει οι δραματουργοί να έχουν επίγνωση του ρόλου τους και συνείδηση του έργου που επιτελούν είτε κάνουν κωμωδία είτε τραγωδία είτε ρεαλισμό.

Friday, March 2, 2018

Κρίνετε ίνα κριθείτε!

Μπορώ να διακρίνω εύκολα τα καλά και κακά μιας ταινίας, αλλά δυσκολεύομαι πολύ να τα αντιληφθώ στις δικές μου. Δεν έχω την απόσταση να τα διακρίνω. Χρειάζεται να περάσει καιρός για να τα καταλάβω (αν τα καταλάβω ποτέ).
Ο χρόνος μπορεί να δώσει την απόσταση να δω καθαρά,  αρκεί να έχω τα μάτια μου ανοιχτά. Πολύ καλύτερα θα ήταν, βέβαια, να τα δω στην ώρα τους. Θα είχα κερδίσει πολύτιμο χρόνο. Θα χρειαζόταν όμως η παρέμβαση ενός άλλου, κάποιου που θα έβλεπε απ έξω και θα διέκρινε τα καλά και τα κακά (όπως τα διακρίνω κι εγώ ως τρίτος).
Γι αυτό είναι τόσο σημαντική η κριτική - γιατί η ανοιχτή και καλοπροαίρετη κριτική όλων προς όλους θα μας είχε γλιτώσει από ένα σωρό ασχήμιες. Ασχήμιες που κουβαλάμε στην καμπούρα μας και δυσκολευόμαστε να τις δούμε χωρίς τα μάτια του άλλου για καθρέφτη.
Εδώ, αντίθετα από το χριστιανικό "μη κρίνετε ίνα μη κριθείτε ", ισχύει το "κρίνετε και κριθείτε". Το πρώτο είναι γεμάτο φόβο και ενοχή, το δεύτερο  είναι τολμηρό και καλεί σε  άνοιγμα.
ΥΓ. Θα ήταν ιδιαίτερα γόνιμο να μιλούσαν ανοιχτά οι δημιουργοί μεταξύ τους,  καθώς αυτοί ξέρουν τη δουλειά από μέσα και καταλαβαίνουν πράγματα που οι απ'έξω δεν πιάνουν. Θα συνέδεαν έτσι την κριτική με τη δημιουργία και θα ξεπερνούσαν τους άγονους διαχωρισμούς που προκαλούν συχνά οι επαγγελματίες κριτικοί. 

Friday, January 26, 2018

«Τι θέλει να πει ο ποιητής» ή πώς η πρόθεση του δημιουργού καθορίζει μία ταινία

1. Κάθε ταινία έχει κάτι να πει.

2. Ακόμη και να μην έχει τίποτε να πει, κάτι λέει αυτό. Μπορεί να λέει ότι το μόνο που έχει να πει είναι η θέληση του δημιουργού της να κάνει μια ταινία. ‘Όποια ταινία να ’ναι, αρκεί να την κάνει. Για οποιοδήποτε λόγο. Για το βιογραφικό του, για τη φήμη του, για τη μαμά του, για να μετρήσει ερωτικά, για να βγάλει λεφτά, για να πάει σε φεστιβάλ, να δοξαστεί, κλπ. Το βαθύτερο κίνητρο του δημιουργού - η πρόθεσή του - σε αυτές τις περιπτώσεις, δεν είναι να μας πει κάτι, αλλά να πει οτιδήποτε θα έφτιαχνε μια ταινία που θα ανταποκρινόταν επιτυχώς στην όποια επιδίωξή του.
Οι ταινίες που γίνονται για κάποιον από τους παραπάνω λόγους, μπορούν να αξιολογηθούν βάσει αυτών. Έτσι, αν ο/η δημιουργός καταφέρει να βγάλει λεφτά, γκόμενα ή γκόμενο, να πάει σε φεστιβάλ, να κερδίσει βραβεία και αποδοχή από τη μαμά του/της, σημαίνει ότι η ταινία έχει πετύχει το στόχο της και πρέπει να αναγνωρίσουμε κάποια αρτιότητα στην κατασκευή της. Αρκεί να καταλάβουμε τις επιδιώξεις της και να την αξιολογήσουμε ανάλογα.
Είναι σημαντικό να καταλάβουμε αν μια ταινία ανήκει στο τίποτα ή στο κάτι έχει να πει. Αυτό είναι το πρώτο γενικό ξεσκαρτάρισμα, σε μια σειρά από άλλα που ακολουθούν, μέχρι να βρούμε μια ταινία που έχει κάτι σημαντικό να πας πει, με τον τρόπο της.

3. Το πρώτο, «χοντρό» ξεσκαρτάρισμα είναι εύκολο με τις ταινίες που έχουν καθαρά εμπορική χροιά και δεν αποσκοπούν πουθενά αλλού από το box office. Σε αυτές τον κύριο ρόλο τον έχει ο παραγωγός και ο διανομέας, που καθορίζουν το προϊόν βάσει των προοπτικών εισπρακτικής επιτυχίας του. Εδώ το κίνητρο της κατασκευής των ταινιών είναι σαφές και κανένα μπέρδεμα.
Ακόμη κι όταν βασίζονται σε σκηνοθέτες με όραμα, άριστους συντελεστές, άψογους ηθοποιούς και συναρπαστικά σενάρια, αυτό που τις καθορίζει είναι η στόχευση στη τσέπη στου θεατή, έστω κι αν για την κερδίσουν πρέπει να κεντρίσουν το ενδιαφέρον του με τα υποτιθέμενα νοήματα που υποδύονται οι ιστορίες τους. Επειδή δεν έχουν στην πραγματικότητα κάτι ουσιαστικό να πουν, ρίχνουν το βάρος στην κατασκευή και στο θέαμα. Μπορεί να φτιάχνουν ελκυστικές ταινίες, ενδιαφέρουσες ιστορίες και καθηλωτικά θεάματα, αλλά το κάνουν για να καταναλωθούν ως ψυχαγωγικά προϊόντα, χωρίς να ενδιαφέρονται να μεταδώσουν κάποιο ιδιαίτερο νόημα στον θεατή.

3α. Υπάρχουν όμως και περιπτώσεις «εμπορικών ταινιών» που παίζουν με νοήματα δυνατά τα οποία ξεπερνούν τα καλούπια της εμπορικότητας και βγάζουν ταινίες μεγαλύτερης σημασίας από όση προϋπολογιζόταν (οι οποίες συνήθως βγαίνουν και έξω από τον προϋπολογισμό). Όπως υπάρχουν και πραγματικοί δημιουργοί σε αυτό το χώρο, που υπερβαίνουν τη σκοπιμότητα του κέρδους για να εκφράσουν κάτι, σπάζοντας τις δεσμεύσεις της αγοράς και σπρώχνοντας τις ιστορίες τους στα όρια μέχρι να βγάλουν κάποιο νόημα (όπως έσπρωξε, για παράδειγμα, ο Κόπολα το «Αποκάλυψη Τώρα» και το έφτασε στα βάθη της ζούγκλας).

4. Το ξεσκαρτάρισμα είναι κάπως πιο δύσκολο με το λεγόμενο ποιοτικό σινεμά (art house) και τις ταινίες του δημιουργού (cinema dauteur), που διατείνονται ότι αποσκοπούν σε κάτι άλλο από το ταμείο, καθώς πρέπει να πείσουν ότι εκφράζουν κάτι τις, το οποίο αν αναγνωριστεί ως σημαντικό θα φέρει αναγνώριση και στους δημιουργούς.
Το μπέρδεμα εδώ έγκειται στη σύγχυση της ατομικής επιδίωξης με την προσωπική έκφραση, καθότι για να αναγνωριστεί ο δημιουργός ως ποιοτικός πρέπει να εκφράζει κάτι προσωπικό που να πείθει για την αυθεντικότητά του. Αυτό οδηγεί πολλούς που κινούνται σε αυτό χώρο να υποδύονται την προσωπική έκφραση, για να επιτύχουν την ατομική επιδίωξη. Συχνά, αυτό δεν γίνεται συνειδητά. Ο δημιουργός διατείνεται ότι θέλει να εκφράσει κάτι με την ταινία του, ενώ κατά βάθος τον νοιάζει κάτι άλλο, αλλά δεν το συνειδητοποιεί.

Το καθοριστικό σημείο βρίσκεται στο έναυσμα της ταινίας, στην πρόθεση της δημιουργίας της:

 Γιατί θέλει κάποιος να κάνει μια ταινία; Τι θέλει να πει;

Αν η πραγματική/μύχια  πρόθεσή του είναι να την κάνει για να πετύχει κάτι και όχι να πει κάτι, τότε ό,τι και να κάνει για να πείσει για την αυθεντικότητά της θα είναι κάλπικο. Οι «κάλπικες» ταινίες μπορεί να είναι πάρα πολλές, καθότι δεν γίνονται εύκολα αντιληπτές. Το κίνητρο τους είναι συνήθως κρυμμένο, ενώ, ακολουθώντας τις εκάστοτε καλλιτεχνικές μόδες, βραβεύονται κι αυτό κάνει ακόμη πιο δύσκολη τη διάγνωσή τους.

4α. Μέσα σε αυτό το καλπονοθευτικό περιβάλλον, υπάρχουν πάντα αυθεντικοί δημιουργοί που προσπαθούν κάτι να εκφράσουν. Η αυθεντικότητα της έκφρασής τους βρίσκεται σε εκείνη τη αρχική στιγμή που συλλαμβάνουν μια ιδέα για τον κόσμο και κάνουν προσωπικό τους θέμα την κινηματογραφική της απόδοση. Αυτό που τους κινητοποιεί πρωταρχικά είναι αυτή η καθαρή στιγμή, έστω και αν ακολουθούν διάφορα μπερδέματα στη συνέχεια. Εάν καταφέρουν να ξεπεράσουν όλες τις δευτερεύουσες εμπλοκές και να αποδώσουν καθαρά και αποτελεσματικά τη γενεσιουργό τους ιδέα, τότε έχουμε μια ταινία που έχει κάτι να πει.

5. Αυτό που έχει να πει μια ταινία μπορεί να μην είναι πάντα κάτι ρητό. Υπάρχουν ταινίες που εκφράζουν μιαν αίσθηση του κόσμου και όχι μιαν άποψη για τον κόσμο. Εάν κινούνται στη διαισθητική περιοχή και ακολουθούν διαδρομές ποιητικής γραφής, έχουν μια ρευστότητα που δεν περιγράφεται εύκολα με τα λόγια.
Οι ποιητικές ταινίες μπορούν να αξιολογηθούν μόνο διαισθητικά, με το κατά πόσο διεγείρουν χορδές της ψυχής μας παράγοντας αισθήματα μοναδικά. Αν μας αγγίζουν, τότε κάτι μας λένε.

6. Οι αφηγηματικές ταινίες, που είναι και οι περισσότερες, λένε κάποιες ιστορίες (και όχι ποιήματα, όπως οι ποιητικές). Ανεξάρτητα εάν είναι πραγματικές ή φανταστικές, πρόκειται για ιστορίες με αρχή μέση και τέλος (όπως στα μυθιστορήματα).
Το ερώτημα που τίθεται εδώ είναι γιατί οι δημιουργοί θέλουν να μας πουν μια ιστορία. Τι θέλουν να μας πουν με αυτήν. Γιατί αυτή και όχι άλλη. Τα ερωτήματα αυτά πρέπει να απαντηθούν με ανάλογο αφηγηματικό τρόπο, δηλαδή με λόγια. Δεν είναι ποιητικής φύσεως, αλλά ρητής. Οι δημιουργοί πρέπει να μπορούν να απαντήσουν στην ερώτηση.
Ακόμη και αν η απάντησή τους είναι «δεν έχω τίποτα να πω, πέρα από το να αφηγηθώ μια ιστορία κινηματογραφική» (που να συναρπάζει, να συγκινεί, να τρομοκρατεί, να χαροποιεί, να βγάζει γέλιο, κλπ.) είναι κι αυτή μια απάντηση που μπορεί να αξιολογηθεί ανάλογα (δηλαδή κατά πόσο μας συναρπάζει, μας συγκινεί, κλπ.)  Όμως και σε αυτές τις απλοϊκές περιπτώσεις, η ιστορία θέλει κάτι να πει. Όταν ο δημιουργός της διαλέγει αυτόν τον χαρακτήρα και όχι τον άλλον, αυτήν τη δράση και όχι την άλλη, ακολουθεί κάποια αξιολογικά κριτήρια που σημαίνουν κάτι. Ακόμη και να μην επινοεί την ιστορία, αλλά να την αντιγράφει από την πραγματικότητα, είναι η ίδια η πραγματικότητα και οι ιστορίες της που μας λένε κάτι. Το ότι αυτός δεν μπήκε στον κόπο να το ψάξει, σημαίνει μάλλον ότι έχουμε ένα δημιουργό που δεν είναι ιδιαίτερα ψαγμένος και μια ταινία δεν έχει κάτι να μας να πει, πέρα από τα αυτονόητα.

6α. Περνάμε έτσι στο επόμενο στάδιο ξεδιαλέγματος. Αυτό των αφηγηματικών ταινιών (καλλιτεχνικών ή εμπορικών) που έχουν κάτι να πουν και το λένε. Εδώ η αξιολόγηση βρίσκεται στο κατά πόσο αυτό που λένε έχει ενδιαφέρον. Αν είναι έξυπνο, ευαίσθητο, διαφωτιστικό, πρωτότυπο ή αποτελεί κοινοτυπία.

7. Τέλος, φτάνουμε σε εκείνες τις σπάνιες ταινίες που όχι μόνο έχουν κάτι ενδιαφέρον να πουν αλλά το εκφράζουν με τρόπο μοναδικό και έξοχο. Σε αυτές ο/η σκηνοθέτης/ις ενορχηστρώνει τις ερμηνείες των ηθοποιών και τη δουλειά των καλλιτεχνικών συντελεστών για να αποδώσουν το νόημα του έργου σε όλες τις διαστάσεις του, όχι μόνο τις νοητικές/νοηματικές (γνωστικές/ηθικές) αλλά και τις αισθητικές. Αγγίζουν έτσι πολύπλευρα τον θεατή, κάνοντας το έργο μια σύνθετη εμπειρία, τόσο νοητική όσο και συναισθηματική αλλά και αισθητική, μιαν εμπειρία αριστουργήματος.