Παρακολουθώντας τα κοινωνικά δίκτυα, διέκρινα μια κατηγορία
φίλων σχολιαστών που ξεχωρίζουν από έναν ενδιαφέροντα «ναι-μεν-αλλακισμό», ο
οποίος εφαρμόζεται σε πλείστες περιπτώσεις:
Ναι μεν ο Μακρόν κέρδισε, αλλά η Λεπέν πήρε 35% (ή η αποχή
ήταν μεγάλη ή ο Μακρόν θα χάσει στις βουλευτικές).
Ναι μεν οι ‘Αγγλοι το παράχεσαν με το brexit, αλλά και η
Ευρώπη είναι σκατά.
Ναι μεν το ελληνικό κράτος πήρε ένα σκασμό δανεικά και αγύριστα,
αλλά και οι ξένοι δεν έπρεπε να μας τα δώσουν (άσε που το έκαναν επίτηδες, για
να μας σκλαβώσουν).
Ναι μεν οι ισλαμιστές τρομοκράτες σκοτώνουν επί τούτου αθώους
ανθρώπους, αλλά το ίδιο κάνουν και οι
άλλοι με τους βομβαρδισμούς τους.
Βέβαια, αν η βόμβα σκάσει στο κατώφλι τους (η όποια βόμβα), τότε
μπορεί να τους κοπεί το «ναι-μεν-αλλά», όμως μέχρι τότε το εφαρμόζουν απρόσκοπτα,
επιλέγοντας μια διαρκή υπεκφυγή από το να πάρουν καθαρή θέση σε θέματα που τους
δυσκολεύουν. Αυτό δεν ισχύει σε ιδεολογικούς τους εχθρούς και «ευκολάκια»:
Καταδικάζουν απερίφραστα τη βία των νεοφασιστών, χωρίς να της
αναγνωρίζουν άλλοθι, (αλλά δικαιολογούν την αναρχοφασιστική βία ή τουλάχιστον
δείχνουν κάποια κατανόηση).
Καταδικάζουν τους Γερμανούς σαν τη πηγή των ευρωπαϊκών δεινών, αφού
είναι ένα έθνος ναζί, οριστικά και αμετάκλητα (γι αυτό τώρα θέλουν να ισοπεδώσουν
τον κόσμο με το ευρώ, αφού δεν το κατάφεραν με τα τανκς).
Καταδικάζουν τους «φιλελέδες» ως τσιράκια του κεφαλαίου (και
του Μπόμπολα/ αλλά όχι του Σαββίδη, αυτός είναι δικός μας), χωρίς να μπαίνουν
σε συζήτηση. Τσουβαλιάζουν κάθε αντίλογο με τον απαξιωτικό χαρακτηρισμό φιλελέ, ενώ, επινοούν νεολογισμούς
όπως «ακραίο κέντρο», για να κάνουν τους φιλελέδες ακόμη πιο απειλητικούς.
Ο επιλεκτικός «ναι-μεν-αλλακισμός» έχει τέτοια συμπαγή και επαναλαμβανόμενα χαρακτηριστικά
που δεν μοιάζει τυχαίος. Αν ενσκήψουμε σε αυτά θα διακρίνουμε δύο
βασικές συνιστώσες του: τη στρατευμένη αριστεροσύνη και την αμετανόητη νέο-ελληνοσύνη.
Οι αριστεροί, προτάσσοντας το συλλογικό έναντι του ατομικού,
αδυνατούν να συλλάβουν την έννοια της ατομικής ευθύνης, αφού για όλα φταίνε οι
κοινωνικές συνθήκες ή το κράτος ή το σύστημα (λες και όλα αυτά είναι θεόσταλτα
και όχι επιλεγμένα άμεσα ή έμμεσα από τα ίδια τα άτομα στο σύνολό τους). Εφόσον φταίνε οι συνθήκες, τα άτομα είναι
ουσιωδώς ανεύθυνα και δεν μπορεί να καταδικάζονται απερίφραστα. Έτσι πάντα
υπάρχει ένα ναι-μεν-αλλά, το οποίο όμως δεν εφαρμόζεται στους πολιτικούς
αντίπαλους, καθώς ως στρατευμένη η αριστεροσύνη οφείλει να μεροληπτεί υπέρ της
ιδεολογικής επικράτησής της.
Οι Νεοέλληνες, από την άλλη, έχουν διαπαιδαγωγηθεί από μαμάδες
που τρέχουν να τους ταΐσουν με το κουταλάκι κι έτσι δυσκολεύονται να αναλάβουν
την ευθύνη του μενού που παραγγέλνουν από τη ζωή τους. Μεγαλώνουν στη σκιά των
γονιών τους κι αυτοί των δικών τους, κ.ο.κ, αδυνατώντας να τραβήξουν μια διαχωριστική
γραμμή πού αρχίζουν αυτοί και πού τελειώνουν οι άλλοι. Αυτό καθιστά την διαμόρφωση καθαρών θέσεων στην νεοελληνική επικράτεια εξαιρετικά
δύσκολη.
Αν σε όλα αυτά προσθέσουμε την παρατεταμένη ελλην-ορθοδοξία,
που εξακολουθεί να κάνει κουμάντο, ενώ έχει εκπνεύσει επί της ουσίας , θα δούμε
μια θρησκευτική εμμονή σε προπατορικά αμαρτήματα, που μας καθιστούν όλους ανεύθυνους (αφού μας έχουν επιβληθεί ως αναπόδραστη κατάρα). Μόνη ελπίδα
η Δευτέρα Παρουσία (η επανάσταση, ο σοσιαλισμός, το έθνος, η δραχμή, κλπ) και μόνη διόρθωση
ο Κατακλυσμός (η σοκαριστική επικράτηση του κακού, η κρίση, η χρεοκοπία, η
διάλυση, η Λεπέν, κλπ).
Κρίμα που κέρδισε ο Μακρόν.
No comments:
Post a Comment