Βρέθηκα κάποιο σούρουπο σε μία πόλη, όπου δεν ήξερα κανέναν.
Δεν περίμενα κάποιον να έρθει, ούτε πήγαινα κάπου. Ήμουν εκεί ξεκρέμαστος, στο κενό,
χωρίς προορισμό.
Οι άνθρωποι γύρω μου πήγαιναν σπίτια τους ή έβγαιναν έξω. Ακολουθούσαν
συγκεκριμένες τροχιές, σαν αόρατα νήματα να τους κινούν. Νήματα που συνέδεαν τον
καθένα με τον κόσμο στον οποίον ανήκε (κόσμο της δουλειάς του ή του σπιτιού του ή των φίλων του).
Εγώ, από την άλλη, ένιωθα
ξεκομμένος. Η δουλειά μου δεν με είχε συνδέσει ακόμα με κανέναν κόσμο και ήμουν σαν απόκληρος.
Το σπίτι μου ήταν μακριά και οι φίλοι μου έλειπαν.
Κατάλαβα, μέσα από αυτό το στιγμιαίο κενό, πόσο σημαντικό
είναι το πλέγμα που συνδέει τον καθένα με τους άλλους και τον κάνει να νιώθει ότι
ανήκει κάπου, ότι είναι μέρος ενός συνόλου, ότι αποτελεί έναν πόντο στο πλεκτό του σύμπαντός του. Ας μην είναι
και κάτι μεγάλο, ας είναι ένας μικρόκοσμος, αρκεί να είναι ένας ιστός σχέσεων που πλέκει τα εγώ σε έναν καμβά κεντημένο ανάμεσά τους.
Οι πωλήτριες είναι μέρος του εμπορικού κέντρου που δουλεύουν, οι οδηγοί
των λεωφορείων συνδέονται στις συγκεντρώσεις του σωματείου τους και οι Άραβες ταξιτζήδες ανήκουν στις αραβικό κόσμο της πόλης. Όλοι αυτοί
ανοίγουν τα μαγαζιά τους, βάζουν μπροστά τις μηχανές τους και ξεκινάνε τις
δουλειές τους για να κεντήσουν τον ιστό της ημέρας που θα κρατήσει το πλέγμα
του κόσμου τους συνδεδεμένο και στέρεο. Προσφέρουν σε αυτό και παίρνουν από αυτό στήριξη. Αυτό το πλέγμα συγκρατεί την υπόστασή τους.
Χωρίς αυτό, θα έπεφταν στο κενό.
Σκέφτηκα πόσο τρομακτικό αίσθημα πρέπει να είναι αυτό της
αποσύνδεσης που νιώθουν όσοι βιώνουν διαταραχές (εσωτερικές ή εξωτερικές) που τους αποκόπτουν από οποιονδήποτε κόσμο.
Ένιωσα το κενό να με απειλεί. Έπρεπε να συνδεθώ άμεσα με κάποιον
κόσμο.
No comments:
Post a Comment