Πολλοί που βρίσκονται κοντά στο
θάνατο τείνουν να φιλοσοφήσουν, βγάζοντας μερικά πολύ χρήσιμα συμπεράσματα για
εμάς τους ζωντανούς. Να χαιρόμαστε τη ζωή, να μοιραζόμαστε τα αγαθά της, να
είμαστε καλοί και να μην είμαστε αχάριστοι, αδηφάγοι, κακοί. Σοφές φωνές, που γρήγορα
θα σκεπαστούν από τη βοή της καθημερινότητάς μας.
Θα αγνοήσουμε όλα αυτά τα σοφά,
για να αρχίσουμε πάλι τα συνηθισμένα, μέχρι ένας άλλος θάνατος να τα ξαναθυμίσει
και πάλι να τα ξεχάσουμε, έως ότου ο δικός μας να τα υπογραμμίσει για τα καλά.
Ένα μέρος αυτής της αγνόησης
είναι σημαντικό, γιατί η ίδια η ζωή το ζητάει. Να αγνοήσουμε το θάνατο, να
κάνουμε τρέλες, να παραφερθούμε, να βγάλουμε τα απωθημένα μας, κλπ. Όλα αυτά φυσικά
και κατανοητά. Υπάρχει όμως ένα όριο, το οποίο δεν μπορούμε να αγνοούμε. Το αναπόφευκτο
όριο που θέτει η προοπτική του θανάτου και μας υπενθυμίζουν όσοι το φτάνουν.
Αυτό το όριο, που φρενάρει την
επεκτατικότητά μας και μας κάνει να επιστρέψουμε στο τώρα (για να το χαρούμε,
μοιραστούμε, φροντίσουμε, κλπ.) τείνει να αγνοηθεί, όχι γιατί η ίδια η ζωή το
ζητάει, αλλά επειδή το κοινωνικό μας σύστημα στηρίζεται στην επεκτατικότητα.
Αυτός είναι ο λόγος που οι φωνές
των μελλοθάνατων τείνουν να ξεχαστούν τόσο γρήγορα. Είναι μεμονωμένες και δεν υποστηρίζονται κοινωνικά. Ζούμε σε κοινωνίες που απωθούν το θάνατο, εξορίζουν το γήρας και τη
φθορά, τα συσκευάζουν σε αποθήκες μακριά από εμάς, για να κάνουν χώρο στην
αδηφάγα επέκταση, που κινδυνεύει να φάει τον ίδιο τον πλανήτη και εμάς μαζί,
για να ησυχάσουμε μια και καλή.
Οποιαδήποτε προσπάθεια ανάσχεσης αυτής
της πορείας και στροφής μας σε ουσιώδη ζητήματα της ζωής, θα πρέπει να περιλαμβάνει
την επαναφορά των μαθημάτων του θανάτου στα θρανία της καθημερινότητάς μας.
No comments:
Post a Comment