Ξέρω ότι είναι πολύ δύσκολο να φανταστούμε έναν άλλο κόσμο στις μέρες που
ζούμε. Οι ουτοπίες κατέρρευσαν, παίρνοντας πολλούς στον λαιμό τους. Χωρίς όμως
τη φαντασία ενός άλλου κόσμου, παραδινόμαστε σε αυτόν που έχουμε. Καλός - κακός,
αυτός είναι. Δεν έχουμε άλλη επιλογή. Το
μόνο που μένει είναι η γκρίνια. Γι’ αυτό ακούς να γκρινιάζουν παντού. Ακόμη και
στις πιο εύπορες κοινωνίες. Γιατί; Γιατί δεν υπάρχει κανένα όραμα. Μόνο το
ασφυκτικό παρόν.
Μέσα σε αυτό το περιβάλλον, οι πιο ευαίσθητοι και ανήσυχοι καταφεύγουν στην
άρνηση, στην απόρριψη, στην αποδόμηση, στη δυστοπία. Η «δυστοπικότητα» διαδέχτηκε
την ουτοπικότητα. Το βλέπουμε στις καλλιτεχνικές εκφράσεις, στις πολιτικές αντι-δράσεις.
Το αντί κυριαρχεί, ενώ απουσιάζουν οι προτάσεις. Για να υπήρχαν, θα έπρεπε να τις
φανταστούμε.
(Αυτό εξηγεί και γιατί σήμερα, ενώ έχουμε μεγαλύτερη υλική ευμάρεια και
πολλά περισσότερα μέσα από το 60-70, οι
άνθρωποι είναι τώρα τόσο δύστροποι, ενώ τότε ξανοίχτηκαν ο ένας στον άλλον,
φέρνοντας μεγάλες πολιτισμικές αλλαγές. Διότι τότε υπήρχε φαντασία. Υπήρχε
μάλιστα τόση πολλή που ήθελε να πάρει την εξουσία. Μπορεί να ήταν λίγο παραπάνω
από την ενδεδειγμένη και γι’ αυτό να παρασύρθηκε σε αδιέξοδα, αλλά γέννησε σημαντικές
μορφές πολιτισμικού πλούτου και κοινωνικής γενναιοδωρίας, αντίθετα με τη σημερινή
μικροψυχία.)
Θεωρώ κρίσιμη την ανάκτηση στη φαντασίας από το σημερινό άνθρωπο. Θα πρέπει,
όμως, η φαντασία του να λάβει υπόψη τα μαθήματα από το παρελθόν και να
λειτουργήσει λιγότερο ουτοπικά και περισσότερο δημιουργικά, αυτή τη φορά.
Κατ’ αρχήν, ας φανταστούμε έναν κόσμο που θα θέλαμε πραγματικά να ζούμε.
Όχι όπως μας τον υποβάλλουν διάφορες εξιδανικευτικές θεωρήσεις του, αλλά πώς εμείς
οι ίδιοι, ειλικρινά, θα τον βλέπαμε. Ποια εικόνα του θα μας αντιπροσώπευε,
στ΄αλήθεια;
Έκατσα, λοιπόν, να τον φανταστώ. Το πρώτο που μου ήρθε είναι η απώθηση στην ιδέα
ενός κόσμου αγγελικού, με καλοσυνάτα πρόσωπα, έτοιμα να σε αγκαλιάσουν και να
σε ασπαστούν. Αυτό το ευνουχισμένο (γιαχωβάδικο ή βουδιστικό) βλέμμα του
καλοσυνάτου εναγκαλισμού των πάντων, με απωθεί. Μου φαίνεται μια εικόνα
απάνθρωπη, που αφαιρεί τη σωματικότητα του ανθρώπου και τον εξαϋλώνει στα
σύννεφα, απαλλαγμένο από την πραγματικότητα και την αλήθεια του.
Είναι η εικόνα που ευαγγελίστηκαν όλες οι ουτοπίες, από τον χριστιανισμό
και τον κομουνισμό μέχρι και τον χιπισμό. Για αυτό και απέτυχαν να μετασχηματίσουν
τον κόσμο, αλλά έμειναν σκέτα σχήματα, αδύναμα να ανταπεξέλθουν στις προκλήσεις
του επελαύνοντος καπιταλισμού. Μια νέα εικόνα πρέπει αντιπαραθέσουμε στον ανέμπνευστο κόσμο
των τραπεζιτών, που να είναι όμως βιώσιμη και όχι αβίωτη.
Η εικόνα που εγώ φαντάζομαι είναι ενός κόσμου περισσότερο πνευματώδους (παρά
πνευματικού, χωρίς σωματικότητα), περισσότερο ερωτικού (παρά αγαπημένου, χωρίς πάθη),
περισσότερο διαφοροποιημένου (παρά ομογενοποιημένου μέσα στην αδιαφορία).
Ας μην είναι τέλειος. Ας έχει τα προβλήματά του – που θα τα έχει -, αλλά να
τα επεξεργάζεται έξυπνα, να τα συνομιλεί απροκατάληπτα, να τα αντιλαμβάνεται
στην ευρύτητά τους και όχι να τα βλέπει μέσα από στενόμυαλη, μικρο-συμφεροντολογική
σκοπιά. Δεν χρειάζεται να συμφωνεί, αλλά
οι διαφωνίες να είναι επιπέδου, με ανταλλαγή επιχειρημάτων και όχι βρυχηθμών
ανάμεσα σε ξεροκέφαλα εγώ. Και, οπωσδήποτε, να έχει περισσότερο χιούμορ, με τον
ενδεδειγμένο αυτοσαρκασμό για τις πανανθρώπινες ατέλειές μας. Να τείνει, βέβαια, στην ενότητα, στη
λύση των αντιθέσεων και στην υπέρβαση των διαφορών, αναζητώντας την τελειότητα,
την αρμονία, το ωραίο και το καλό, αλλά, να το κάνει ενσωματώνοντας την
ατομικότητα και όχι εξουδετερώνοντάς τη.
Ναι, αυτή η εικόνα μού κολλάει καλύτερα. Δεν ξέρω αν μπορεί να εμπνεύσει τα
πλήθη (πριν τα πλήθη βυθίσουν τον πλανήτη και την ανθρωπότητα με το βάρος τους), αλλά τη θεωρώ μια φαντασία εφικτή και ευκταία. Είναι το προσωπικό μου όραμα.
No comments:
Post a Comment