Tuesday, October 30, 2018

Θα γίνει κι αυτό.

Ακόμη ένας στόχος. Η πρεμιέρα του Night Out, 2018 στη Θεσσαλονίκη. Να πάει καλά, να λειτουργήσει προωθητικά για την ταινία, να οργανώσω τα πρακτικά της διαμονής μας εκεί, να συζητήσω για την επόμενη δουλειά. Ποια δεν έχει σημασία. Μία επόμενη.
Η μία δουλειά διαδέχεται την άλλη, ο ένας στόχος αντικαθιστά τον επόμενο.
Μετά τη Θεσσαλονίκη θα είναι κάποιο σενάριο να τελειώσω, κάποια προθεσμία να προλάβω, κάποιον εκδότη για τα γραπτά μου να βρω, ένα ταξίδι να κάνω, στα γενέθλια των παιδιών να είμαι… τα παιδιά μεγαλώνουν, μεγαλώνω κι εγώ… τρέχοντας πίσω από στόχους, χωρίς να φτάνω ποτέ.
Δεν θέλω άλλους στόχους, ούτε να προσπαθώ για κάτι. Να κάνω κάτι, αλλά να μην προσπαθώ για τίποτα.
Απλά να κάνω αυτά που είναι να κάνω. Θα γίνουν κι αυτά. Να είμαι καλά και θα γίνει και η πρεμιέρα και η επόμενη δουλειά και τα γραπτά κι όλα. Όπως έγιναν όσα ήταν να κάνω, με την ώρα τους.
Στόχοι που ήρθαν και πέρασαν. Τους έβλεπα να γλιστράνε μέσα στην κλεψύδρα του χρόνου μου, και αυτή να αδειάζει. Αντί να νιώσω το κενό, έβαζα τον επόμενο στόχο.
Θέλω να νιώσω το κενό, την κλεψύδρα που αδειάζει, τον χρόνο που φεύγει, για μένα, για όλους που ζούμε μαζί, για τη γυναίκα που αγαπώ, για τα παιδιά μας που μεγαλώνουν.

Όχι άλλο τρέξιμο. Παύση. Ανάσα. Και πάμε πάλι.

Friday, October 26, 2018

Έρωτας από παρεξήγηση

Στις περιπτώσεις που ο έρωτας δεν είναι μόνο υπόθεση εργασίας (που δίνει δουλειά σε τραγουδιστές και μυθιστοριογράφους με τα παθήματά του), αλλά συμβαίνει και στην πράξη, τότε έχουμε το σπάνιο γεγονός δύο άνθρωποι να ερωτεύονται αλλήλους. Είναι σπάνιο διότι προϋποθέτει αμοιβαιότητα και αυτή είναι δύσκολο να συμβεί.
Για να ερωτευθείς κάποιον πρέπει να τον θεωρείς σαν κάτι ανώτερο, κάτι που βάζεις ψηλά και σε κάνει να πηδάς για να το φτάσεις. Αυτό το πήδημα είναι ο έρωτας. Συνήθως είναι πήδημα στο κενό.
Ο άλλος, είτε δεν είναι αυτό το ανώτερο που νομίζεις, είτε σε θεωρεί κατώτερο και αγνοεί το πήδημά σου. Δεν σε παίρνει αγκαλιά ενώ είσαι στον αέρα και έτσι γκρεμοτσακίζεσαι.  Μέχρι να ξανακάνεις το λάθος να υπερεκτιμήσεις κάποιον άλλον και να χοροπηδήσεις για αυτόν.
Η υπερεκτίμηση του άλλου είναι απαραίτητη στο έρωτα, γιατί αλλιώς δεν έχουμε πήδο. Η καρδιά δεν χτυπάει και όλα είναι πεζά. Χρειαζόμαστε όμως καρδιοχτύπημα, ίλιγγο και άλμα στο κενό. Εδώ ακριβώς συνίσταται η εγγενής δυσκολία του έρωτα να συμβεί επιτυχώς στην πράξη και όχι να μείνει στη φαντασία.
Για να αγκαλιαστείς στον αέρα, όπου σε απογειώνει ο έρως, πρέπει και ο άλλος να χοροπηδάει για σένα. Πρέπει να σε υπερεκτιμάει κι αυτός, να σε παρεξηγήσει για κάτι ανώτερό του, ενώ εσύ νιώθεις δέος μπροστά στο μεγαλείο του.  
Ο έρωτας ανάμεσα σε δύο ανθρώπους συμβαίνει συνήθως ως παρεξήγηση. Ερωτεύονται αλλήλους από αμοιβαία υπερεκτίμηση. Όσο σπάνιο είναι δύο άνθρωποι να υπερεκτιμούν ο ένας τον άλλον ταυτόχρονα, τόσο σπάνιος είναι ο αμοιβαίος έρωτας.
Είναι θέμα τύχης να σου κάτσει τέτοια φάση. Γι’ αυτό λένε ότι ο έρωτας είναι τυφλός.
Αξίζει όμως να δοκιμάσεις την τύχη σου και να αυξήσεις τις πιθανότητες να σου συμβεί. Αρκεί να μη φοβάσαι το πήδημα στο κενό. Να το τολμήσεις, και ποιος ξέρει, μπορεί να είσαι τυχερός. Να έχει πηδήξει κατά λάθος και ο άλλος για σένα, να αγκαλιαστείτε στον αέρα και να απογειωθείτε μαζί!

μια ταινία με νόημα, Leave no trace


Δεν βλέπω πια ταινίες παρά σε πολύ ειδικές περιπτώσεις. Ένας από τους λόγους είναι η έλλειψη χρόνου (το γνωστό πρόβλημα). Ευτυχώς που στην τελευταία υπερατλαντική πτήση αναγκάστηκα να δω μερικές για να περάσει η ώρα κι έτσι ανακάλυψα ένα διαμάντι του ανεξάρτητου αμερικάνικου σινεμά (ναι υπάρχει ακόμη). Το "Leave no Trace".
Χαίρομαι που αναγνωρίστηκε από όλους τους Αμερικάνους κριτικούς κι αυτό με κάνει αισιόδοξο ότι τα διαμάντια δεν πάνε χαμένα. Βοηθάει βέβαια να είναι αμερικάνικα, για να τραβάνε την προσοχή.
Δεν διάβασα κάποια κριτική, αλλά θα πω τη δική μου. (Ξεκινάω έτσι την καριέρα μου ως κριτικού με καλά λόγια - για να μη λένε ότι πάσχω από φθόνο όταν θα λέω κακά).
Αυτό που με κέρδισε σε αυτήν την ταινία είναι ότι ήθελε κάτι να δείξει, πέρα από το να επιδείξει μια καλογυρισμένη ιστορία.
Οι καλογυρισμένες ταινίες δεν μου λένε τίποτε αν δεν έχουν κάτι να πουν. Αυτή είχε. Φάνηκε προς το τέλος, στο οποίο σε πήγαινε μεθοδικά. Είναι η στιγμή που η κόρη αρνείται να ακολουθήσει τον πατέρα της, παρόλη την αγάπη που του έχει (και τής έχει). Είναι έτσι μεθοδευμένη η ταινία που αυτή η σκηνή γίνεται αποκαλυπτική. Μιλάει για όλες τις σχέσεις αγάπης που αναγκαζόμαστε να διακόψουμε για να πάρουμε τον δικό μας δρόμο μας, ειδικά όταν ο άλλος έχει πρόβλημα. Μία από τις πιο δυνατές σχέσεις είναι με τους γονείς μας, βέβαια. Αλλά δεν είναι μόνο με αυτούς.
Αυτό που ένιωσα εγώ προσωπικά σαν πατέρας είναι κάτι ξεχωριστό. Όπως ο πρωταγωνιστής μπαμπάς στην ταινία παίρνει τα δάση (γιατί έχει κάποιο πρόβλημα, ο συγκεκριμένος) έτσι κι εγώ μπορεί να βαδίζω σε δάση συμβολικά, με τις ιδεολογικές μου αναζητήσεις, και να τραβάω μαζί τα παιδιά μου, αλλά αυτά δεν έχουν κανένα λόγο να ακολουθούν τις δικές μου διανοητικές (και όχι μόνο) περιπέτειες.
Το ότι η ταινία κατάφερε να αγγίξει το συμβολικό και να ξεπεράσει την απλή ιστορία ενός συγκεκριμένου μπαμπά με πρόβλημα (ως απόμαχου του Ιράκ με σύνδρομο PTSD), είναι αυτό που την κάνει ξεχωριστή. Το κατάφερε με τη λιτότητα και την αφαίρεση που ακολούθησε στην αφήγησή της έτσι που να μένει μόνο η ουσία της ιστορίας.
Καθώς η ουσία πίσω από τις ιστορίες είναι ο συνδετικός ιστός ανάμεσα σε αυτές και σε εμάς (με τις δικές μας ιστορίες, ο καθένας), όταν μια ταινία καταφέρνει να την αναδείξει γίνεται πανανθρώπινη και σημαντική. Αυτή ήταν μια τέτοια ταινία.
ΥΓ. Δυστυχώς οι ταινίες που έχουν κάτι να πουν είναι ελάχιστες. Οι περισσότερες εξαντλούνται σε αφηγηματικές και σκηνοθετικές επιδείξεις, ευφάνταστες και ταλαντούχες μεν, νοηματικά αδιάφορες δε.

Ο κόσμος και ο κόσμος μου

Υπάρχει κάποια απόκλιση ανάμεσα στον κόσμο στον οποίο αναφέρομαι στις σκέψεις μου και στον κόσμο που με ενδιαφέρει στ’ αλήθεια. Στις σκέψεις μου αναφέρομαι στον κόσμο ως κάποιο σύνολο ανθρώπων, το οποίο θεωρητικά με ενδιαφέρει και για αυτό το σκέφτομαι. Στην πραγματικότητα δεν με ενδιαφέρουν παρά ελάχιστοι άνθρωποι. Για τους άλλους δεν «πεθαίνω».
Πέρα από τους κοντινούς μου φίλους και συγγενείς, νοιάζομαι για μερικούς ακόμη, που μπορεί να είναι μακριά, αλλά «μετράνε» για μένα. Αυτοί όλοι μαζί, άντε να είναι καμιά πεντακοσαριά. Με τους άλλους τι ζόρι τραβάω; Από ως πού κι ως πού γενικεύω και μιλάω για αυτούς σαν σύνολο, όταν μού είναι αδιάφοροι (ή και ενοχλητικοί, μερικές φορές);
Νομίζω ότι απλά συνομιλώ με μια ιδέα, που δεν έχει άμεση σχέση με την απτή πραγματικότητα. Μιλάω για τον άνθρωπο αφηρημένα και όχι για τους συγκεκριμένους ανθρώπους. Προφανώς αυτοί έχουν κάποια σχέση με την ιδέα, αλλά δεν ταυτίζονται.
Οι ολοκληρωτικές θεωρίες παρέβλεψαν ή απέκρυψαν αυτή την απόκλιση. Οι συγγραφείς τους διατείνονταν ότι νοιάζονται για όλους τους ανθρώπους, ενώ τους ενδιέφεραν ελάχιστοι. Απέκρυψαν την αδιαφορία ή και την απέχθεια που μπορεί να ένιωθαν για πολλούς. Έτσι μπόρεσε να εισχωρήσει η απέχθεια στα συστήματά τους και να εξοντώσουν τα πλήθη με τέτοια αδιαφορία.
Εγώ θα είμαι πιο προσεκτικός και θα εξοντώσω λιγότερους.