Wednesday, March 22, 2017

Το αδιάφορο δέντρο


Στο απέναντι δέντρο,
σχεδόν κάθε πρωί,
ένα γεράκι κόβει βόλτες από ψηλά,
μέχρι που ένα ζευγάρι κοράκια που φωλιάζει εκεί,
το καταδιώκει ζευγαρωτά, επιτυχώς.
Αυτό, επίμονο, έρχεται την επομένη,
τσεκάροντας προφανώς την ετοιμότητα του ζεύγους να υπερασπιστεί τους νεοσσούς του.
Με την παραμικρή αδράνεια, είναι βέβαιο ότι θα επιτεθεί.
(Όπως συμβαίνει και στα δικά μας,
που αν αφήσεις τον οποιοδήποτε βουλιμικό, δεν το χει τίποτε να σε φάει ζωντανό.)
Κάποια στιγμή το γεράκι θα βαρεθεί,
όταν αποδειχτεί η αποφασιστικότητα του ζεύγους
να μάχεται ενωμένο ενάντια σε οτιδήποτε απειλεί τα μωρά του,
μέχρι αυτά να μεγαλώσουν αρκούντως.
Κάθε πρωί μια μικρή μάχη ζωής,
(ανάλογη με τις δικές μας καθημερινές μάχες),
δίνεται στο απέναντι δέντρο,
το οποίο τη φιλοξενεί, αδιάφορο για την έκβασή της.
(Όπως το σύμπαν αδιαφορεί για τις δικές μας καθημερινές μάχες.
Όπως το Είναι αδιαφορεί για το γίγνεσθαι.)

Saturday, March 18, 2017

Εθισμός στα μωρά.

Το έπαθα με το πρώτο, το παθαίνω και με το δεύτερο, με 12 χρόνια διαφορά, πως θα 'θελα να είχα ένα και δύο και τρία και άπειρα μωρά! Φαίνεται πως η διαρκής επαφή με ένα μωρό παράγει ένα είδος μαστούρας, σαν να μεθάς με τη μωρουδίστικη υφή τού Είναι και βλέπεις παντού μωράκια, όπως λέμε αστεράκια. 

Υπάρχει κάτι στα μωρά που δεν έχει διαφωτιστεί επαρκώς από τους οξυδερκείς παρατηρητές των ανθρωπίνων, τους μεγάλους λογοτέχνες, καθώς αυτοί ήταν δοσμένοι στη τέχνη τους και δεν πολυέσκαγαν για τα μαμόθρεπτα. Όμως, αν είσαι ένας ταπεινός γονιός, έτοιμος να αιφνιδιαστείς από το γίγνεσθαι και όχι να το αιφνιδιάσεις με τα επιτεύγματά σου, παθαίνεις τέτοια πλημμυρίδα αισθήσεων νταντεύοντας ένα τόσο δα πλασματάκι, που κελαϊδάς μωρουδίστικα. 

Εγώ, τουλάχιστον, αυτό έπαθα με το πρώτο. Ήθελα κι άλλα μωρά, ενώ λάτρευα κάθε ένα που συναντούσα. Κυκλοφορούσα σαν κλώσα έτοιμη να χουχουλιάσει κάτω από τις φτερούγες της όλα τα κλωσόπουλα του κόσμου.  Αυτό το αίσθημα ήταν  πρωτόγνωρο. Είχα ακούσει για το μητρικό ένστικτο, αλλά διαπίστωσα ότι δεν ήταν θέμα φύλου, ούτε ήταν κάτι καθαρά γυναικολογικό. Έμαθα ότι συμβαίνει και σε άλλους πατεράδες, εφόσον αυτοί είχαν την ευχέρεια να το νιώσουν και δεν χτυπούσαν διπλοβάρδιες στη δουλειά. 
Τώρα, με το δεύτερο, μου ξανάρθε. Δεν μπορεί να είναι τυχαίο. Πιθανολογώ ότι πρόκειται για ένα από τα βασικά συστατικά του ανθρώπου, που συμβάλλει στην αναπαραγωγή του (πέρα από τον έρωτα, προφανώς). Πρόκειται για μια μέθη που σε παρασύρει στον μωρουδίστικο πολλαπλασιασμό του γένους. 

Κατά βάθος, αυτή η ιδιότυπη γονεϊκή μαστούρα έχει να κάνει με την επαφή με το σπάργανο του Είναι μας, με το ορθάνοιχτο, πανάγαθο, άγραφο, άφτιαχτο, ζυμαρένιο, πουπουλένιο, μπουμπουκίστικο πρόπλασμα του ατόμου. Πρόκειται για κάτι βαθύτατα υπαρξιακό και ποιητικό. Δεν έχει να κάνει μόνο με τη μυρουδιά, με τα ηχάκια και τα σκερτσάκια του «θείου βρέφους», αλλά με όλα αυτά μαζί και κάτι παραπάνω.  Αφορά το θάμα και την κατάνοιξη μπρος στην χαραυγή των πραγμάτων. Συμβαίνει το ίδιο με το εύθραυστο, ευαίσθητο, εύπλαστο μπουμπουκάκι που μόλις «σκάει» στο κλαδί του, με το πουλάκι που πεταρίζει και τιτιβίζει αβέβαιο στη φωλιά του, με το γατάκι που νιαουρίζει αβοήθητο και δεν μπορείς να του αντισταθείς αν "έχεις καρδιά".
Όλα αυτά μαζί και άλλα πολλά - που θάχουν να πουν κι άλλοι που την έχουν "ακούσει" παρομοίως -, είναι ο βαθύτερος λόγος της μωρουδίστικης λατρείας, μιας λατρείας που έχει υποτιμηθεί σαν λόγος τεκνοποιίας. Δεν αποκλείεται, δηλαδή, τα παλιά χρόνια να έκαναν πολλά παιδιά όχι μόνο επειδή χρειαζόταν πολλά χέρια ή επειδή δεν έπαιρναν προφυλάξεις, αλλά επειδή κάπου λάτρευαν τα μωρά και "φτιαχνόταν" με τη φάση τους. Ακόμη και να μην προλάβαιναν να εντρυφήσουν ιδιαίτερα σε αυτά - με τις έγνοιες που είχαν τότε -, είναι πολύ πιθανό να μαστούρωναν με την παρουσία τους και να υπέπιπταν σε κατ εξακολούθηση γκαστριές από αυτόν τον εθισμό τους.

Η σημερινή εποχή μπορεί να επιβάλλει μια σχετική αυτοσυγκράτηση στην τεκνοποιία – άλλωστε έχουμε και υπερπληθυσμό -, αυτό, όμως, δεν αναιρεί  την τάση για αυτά, λόγω καθαρής έξης. Προφανώς, χρειάζονται οι προϋποθέσεις - ο έρωτας, η ασφάλεια, η ισορροπία με τα επαγγελματικά - για να τεκνοποιήσεις υπό καλές συνθήκες και να μη βρίζεις την ώρα, αλλά καμιά φορά τις προϋποθέσεις τις γεννά το ίδιο το μωρό κι ο εθισμός σου σε αυτό. 
Κατά κάποιο τρόπο, τα μωρά τα γεννούν τα ίδια τα μωρά, κι έτσι το γίγνεσθαι αναπλάθεται κάθε φορά από τα σπάργανά του. Το τι ακολουθεί μετά, είναι μια άλλη ιστορία.

Tuesday, March 14, 2017

Θα ανταποκριθεί η Φιλοσοφία στους καιρούς ή θα υποκύψει σε αυτούς;

Λένε ότι η παρακμή των αρχαιοελληνικών δημοκρατικών πόλεων, με την επικράτηση των μακεδονικών βασιλείων αρχικά και της ρωμαϊκής αυτοκρατορίας μετά, έστρεψε τη φιλοσοφία σε μελήματα ατομικής σωτηρίας, καθώς  τα δημόσια ζητήματα είχαν πάρει τέτοιες μαζικές διαστάσεις που δεν «παλεύονταν». Κάτι ανάλογο φαίνεται να συμβαίνει και τώρα, καθώς τα πολιτικά και πολιτισμικά μεγέθη έχουν πάρει διαστάσεις στις οποίες μόνο μαζικές κουλτούρες και μαζοποιημένες πολιτικές μοιάζει να ανταποκρίνονται . Οι υπόλοιποι, που αναζητούν την ποιότητα, μένουν στην άκρη και προσπαθούν να διασώσουν αυτούς και τον στενό τους περίγυρο.
Χωρίς την υποστήριξη κάποιας γενικής φιλοσοφίας, αυτοσχεδιάζουμε ατομικά, με σπαράγματα ιδεών (εάν δεν υποκύπτουμε σε «ζωροαστρικούς» καθησυχασμούς - τύπου new age).  Δημιουργούμε σχεδίες που παλεύουν να επιπλεύσουν στα ρεύματα της μάζας και μόλις που καταφέρνουμε να χαράξουμε πορεία προς τα όνειρά μας. Άσε, που κινδυνεύουμε να μείνουμε χωρίς όνειρα και οράματα, καθώς αυτά μοιάζουν απλησίαστα, όταν αυτό που επείγει είναι η διάσωσή μας. Μικραίνουμε αναγκαστικά, για να επιβιώσουμε, να επιπλεύσουμε στο κύμα των μαζών.
Η αγωνία της επιβίωσης και της επίπλευσης φαίνεται στη διαρκή μας ένταση, στην έλλειψη χαλάρωσης και ευθυμίας, στα ψυχοσωματικά προβλήματα, στην τρεχάλα να προλάβουμε και να μην έχουμε χρόνο για ένα καφέ, για μια κουβέντα επί γενικού (και όχι στενά επί προσωπικού ή επαγγελματικού).
Άλλωστε, οι γενικές συζητήσεις μπορεί να φέρουν παρεξηγήσεις, καθώς δεν υπάρχει κάποια συνεκτική φιλοσοφία να τις συντονίζει. Άλλοι από εμάς κουβαλούν  υπολείμματα μαρξιστικο-λενινιστικά, άλλοι αναρχο-καταδιωκτικά, άλλοι κρυφο-δεξιά, κλπ. και στο τέλος δεν υπάρχει βάση συνεννόησης.  Ούτε, όμως, γίνεται να επαναφέρουμε κάποιο παλιό ιδεολογικό πλαίσιο, μόνο και μόνο για να τα βρούμε μεταξύ μας, σε μια επίπλαστη ενότητα.
Μπορεί οι καιροί να μην επιτρέπουν τη συγκρότηση μιας φιλοσοφίας που να δίνει μια γενική προοπτική, αλλά η σύνταξη, τουλάχιστον, κάποιων βασικών συντεταγμένων που θα βοηθούσαν τις μεμονωμένες προσπάθειες να συντονιστούν σε ένα κοινό πλαίσιο μίνιμουμ αρχών, θα  ενίσχυε τις προσπάθειες και θα τις έκανε λιγότερο ευάλωτες στα ξεσπάσματα της κακοκαιρίας.
Δεν ξέρω αν γίνονται τέτοιες απόπειρες από τους επαγγελματίες της φιλοσοφίας που δρουν στα ακαδημαϊκά πράγματα, αλλά φοβάμαι πως αναλώνονται σε εσωτερικές υποθέσεις, χάνοντας τη γενική εικόνα του δάσους για την ειδική του δέντρου, το οποίο υπεραναλύουν σωρεύοντας τόνους βιβλιογραφίας. Κλείνονται με κάποιο τρόπο κι αυτοί στον εαυτό τους, ατομικοποιώντας τον φιλοσοφικό ορίζοντα.
Μπορεί να είναι μοιραία κατάληξη της φιλοσοφίας, να πέσει θύμα των καιρών, όπως όλα. (Όπως έγινε και τότε, βέβαια, και ακολούθησε ο Μεσαίωνας.) Εκτός αν καταφέρει με κάποιο τρόπο να ανταποκριθεί στις προκλήσεις των καιρών και να τις ξεπεράσει, τολμώντας να αρθεί στη Γενικότητα, από την οποία, άλλωστε, κατάγεται.